Τώρα οι άνθρωποι καταλαβαίνουν μονάχα την ποιητική φόρμα. Μα μέσα στις παρομοιώσεις αυτές και στις λυρικές φράσες αναπηδά φλογερή, πάνοπλη, πέρα από απελπισία κι ελπίδα, η μελλούμενη όψη του Θεού», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στις 5 Νοεμβρίου 1927 στην αγαπημένη του Ελένη.
Και σ' άλλο γράμμα εκείνης της εποχής: «Σας έστειλα "Ασκητικές" κι ελπίζω να τις λάβετε. Εδώ αρχίζει και γίνεται ταραχή γύρα από την "Κραυγή" αυτή, ο Πολίτης γράφει σωρό άρθρα εγκωμιαστικά, η "Αναγέννηση" του Γληνού αρχίζει σειρά άρθρα, απαντούν, άλλοι υπέρ, άλλοι εναντίον. Ταράχτηκαν λίγο τα νεοελληνικά νερά, μα εγώ φεύγω, δεν απαντώ, θα τους αφήσω ανενόχλητους».
Την ίδια εποχή που του έγραφε ο Στέφαν Τσβάιχ ότι «Η Ασκητική ανήκει σ' όλο τον κόσμο» και ο ελληνιστής Οκτάβιος Μερλιέ ότι τη θωρεί σαν «το μεγαλύτερο μεταφυσικό ταξίδι», η έκδοση της «Ασκητικής» στην Αθήνα προκαλεί σάλο και ο Νίκος Καζαντζάκης παραπέμπεται σε δίκη μαζί με τον Δημήτρη Γληνό.
Ο πρώτος γιατί έγραψε το «ασεβέστατο» αυτό βιβλίο και ο δεύτερος γιατί δημοσίευσε στο περιοδικό του Αναγέννηση την «άθεη παλιοφυλλάδα», την «Ασκητική». Η δίκη δεν θα γίνει, τελικά, αλλ' η εκκρεμότητά της θα βαραίνει επάνω τους για τέσσερα χρόνια.
Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι η «Ασκητική» εκδόθηκε κατ' αρχάς με τον τίτλο «SALVATORS DEI», δηλαδή «Σωτήρες του Θεού» στα λατινικά, ενώ ο υπότιτλος ήταν «Ασκητική». Την οποία εντόπισε σε όλο το έργο του ο Παντελής Πρεβελάκης στο βιβλίο του «Ο Ποιητής της Οδύσσειας» [εκδόσεις «Το βιβλιοπωλείον της Εστίας», 1928]:
«Ιδέες, αξιώματα, θεωρήματα της Ασκητικής είναι εγκατεσπαρμένα στο σύνολο του έργου του Καζαντζάκη. Αποτελούν τη φιλοσοφία της ζωής του, τη βιοθεωρία του, που συναρμονίζεται με τις εμπειρίες και τα βιώματά του, γεγονότα ιστορικά, πραγματιστικά παρουσιαζόμενα ή και μυθοποιημένα. Ο κανόνας του είναι να συνάπτει την πραγματικότητα με τον μύθο. Αλλά το μωσαϊκό της Ασκητικής ανευρίσκεται εναργέστερο στην περιλάλητη Οδύσσειά του», γράφει για να επισημάνει: «Η κοσμοθεωρία που κατευθύνει και εμπνέει τη δράση του "ξαναγεννημένου" Οδυσσέα περιέχεται πέρα για πέρα, όπως το 'παμε ήδη στην Ασκητική. Ολόκληρη η ραψωδία Ξ (η Ασκηση του Οδυσσέα) αποτελεί μια μεταφορά σε δράση και σε εικόνες, δηλαδή σε ποιητικό λόγο, του φιλοσοφικού κειμένου της Ασκητικής ίσαμε το κεφάλαιο "Πράξη"».
«Η πρώτη μετάφραση της Ασκητικής σε γαλλική γλώσσα έγινε από τον Φιλέλληνα ελληνιστή Octave Merlier, διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, αλλά και από τον ίδιο τον Καζαντζάκη και εξεδόθη από το Ινστιτούτο το 1951, μέσα σε πολύ μεγάλες δυσκολίες», στο επίμετρο της έκδοσης ο κύριος Σταύρου μας πληροφορεί, αναφερόμενος και στον πρόλογο του Octave Merlier στη γαλλική έκδοση, με απαρχή του σ' έναν γεωργιανό μύθο που εμπεριέχεται στη «Σιγή» (κεφάλαιο της Ασκητικής]): «Ενας γεωργιανός μύθος, που επανέρχεται στα λαϊκά διηγήματα, μιλά για τρία μήλα που έπεσαν από τον ουρανό: το ένα για κείνον που διηγήθηκε, το άλλο για κείνον που άκουσε' το τρίτο και πιο ωραίο έπεσε στην άβυσσο. Ο Οκτάβιος Μερλιέ, λοιπόν, γράφει στην Εισαγωγή του στη γαλλική έκδοση της Ασκητικής, την οποία θεωρεί ως «το μεγαλύτερο μεταφυσικό ταξίδι, τέρμα συνάμα και ξεκίνημα», ότι «το τρίτο μήλο δεν έπεσε στην άβυσσο. Το κρατάει στα χέρια του ο Νίκος Καζαντζάκης».
Αγώνας
«Η Ασκητική του Νίκου Καζαντζάκη», υπογραμμίζει στο επίμετρό του ο Δρ Πάτροκλος Σταύρου, «είναι ένα ανέβασμα της ψυχής, μια λυτρωτική ανηφορική πορεία προς τον Μέγα Αόρατο, που πατά τα ορατά κι αγωνίζεται, αλλά και κινδυνεύει. Και δεν μπορεί να σωθεί, αν εμείς με τον αγώνα μας δεν τον σώσουμε. Και ούτε εμείς μπορούμε να σωθούμε αν αυτός δεν σωθεί. Είμαστε ένα? Ενανθρώπιση του Θεού και Θέωση του Ανθρώπου».
www.ethnos.gr