να μας πει για τη στόχευση, την ετοιμασία και τη φιλοδοξία. Η νέα παραγωγή κάνει πρεμιέρα στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής, στις 21 Ιανουαρίου, σε μουσική διεύθυνση Μύρωνα Μιχαηλίδη και σκηνοθεσία, σκηνικά, κοστούμια Γιάννη Κόκκου.
Πρόκειται για το μεγάλο στοίχημα της Λυρικής, που καθώς σταδιακά εισέρχεται στην τελική ευθεία για την προετοιμασία της μεταστέγασής της στη νέα Οπερα στο Φαληρικό Δέλτα, αξιοποιεί ένα απόθεμα εργασίας, σκέψης, συντονισμού και προσήλωσης ούτως ώστε, όπως λέει ο καλλιτεχνικός διευθυντής Μύρων Μιχαηλίδης, να χτίζει ρεπερτόριο και να αξιοποιεί υλικό από τη «φαρέτρα» της. Είναι ευτύχημα ότι η σκηνή της αίθουσας Αλεξάνδρα Τριάντη στο Μέγαρο έχει ακριβώς τις ίδιες διαστάσεις (16x16) που έχει η νέα Οπερα στο Κέντρο Πολιτισμού «Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος», δημιουργώντας έτσι την αίσθηση μιας «πρωθύστερης» εμπειρίας. Και όπως λέει και ο Γιάννης Κόκκος, με την επιπλέον ιδιότητα του επίτιμου καλλιτεχνικού συμβούλου της Λυρικής, το «Τριστάνος και Ιζόλδη» είναι έργο «εκ των ων ουκ άνευ» για κάθε εθνική όπερα. Είναι έργο μείζον όχι μόνο από μουσική αλλά και από φιλοσοφική άποψη, μια καταιγίδα μετεωριτών που άλλαξε την Ευρώπη στην κορύφωση του όψιμου ρομαντισμού.
Στην Αθήνα, η όπερα «Τριστάνος και Ιζόλδη» θα παρουσιαστεί για τέσσερις παραστάσεις (21, 28, 31/1 και 4/2) με κορυφαίους διεθνείς πρωταγωνιστές αλλά και με Ελληνες τραγουδιστές, την ανδρική χορωδία της ΕΛΣ και φυσικά την ορχήστρα. Είναι μία ελληνική, εθνική παραγωγή που δίνει εύσημα στην καλά σχεδιασμένη, βήμα βήμα, πολιτική της διοίκησης και διεύθυνσης της Λυρικής Σκηνής. Βάγκνερ δεν κάνεις από τη μία μέρα στην άλλη. Προαπαιτεί ένα κλίμα, προϋποθέτει ένα κίνητρο, πηγάζει από μια δύναμη.
Εν αναμονή της πρεμιέρας που θα δοθεί με αντικειμενικά τις καλύτερες προδιαγραφές, το έργο «Τριστάνος και Ιζόλδη» ξεδιπλώνει μια αφήγηση, αρχέγονη και παντοτινή.
Τιτάνιο έργο, κοσμογονία στη μουσική
«Δεν είναι εκτόξευση αλλά μια μεθοδευμένη δουλειά», λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης, λίγα 24ωρα πριν από την πρεμιέρα. Θα διευθύνει την ορχήστρα της ΕΛΣ σε έναν μαραθώνιο, καταιγιστικό, εξαντλητικό, αποθεωτικό, όπως είναι ο κόσμος του Βάγκνερ. Για τη Λυρική είναι «νέος» αυτός ο κόσμος, παρότι πρόσφατα έχουν προηγηθεί μεγάλες παραγωγές, όπως ο «Μάκβεθ» και ο «Ιπτάμενος Ολλανδός», προθάλαμοι και οι δύο για τη μεγάλη έξοδο στον «Τριστάνο και Ιζόλδη».
«Ο Βάγκνερ ανήκει στους μεγίστους των μεγίστων», λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης. «Οι Γερμανοί, όταν αναλογίζονται την ιστορία της μουσικής τους, μιλούν για τους τρεις συνθέτες, τον Μπαχ, τον Μπετόβεν και τον Βάγκνερ, που άλλαξαν την ιστορία της μουσικής. Υπάρχουν πολλοί ακόμη σπουδαίοι συνθέτες, αλλά αν τους εξαιρούσαμε δεν θα άλλαζε η πορεία της μουσικής. Δεν μπορεί να πει κανείς το ίδιο για τον Βάγκνερ».
Στον «Τριστάνο και Ιζόλδη», έργο - μουσικό δράμα, ο Βάγκνερ συμπυκνώνει και αποκρυσταλλώνει εξαντλητικά όχι μόνο τη θέση του για το πνεύμα και την ύλη, αλλά και για την ουσία της ιδέας και της αναπαράστασής της στον υλικό κόσμο, για τη σύμπλευση σκότους και φωτός, μέσα από την αντίστιξή τους, την αλληλοσυμπλήρωση και αλληλοεξουδετέρωση. Στην κορύφωση του ρομαντισμού, ο Βάγκνερ διαχέει τις ιδέες του μέσα από τον «ύμνο στον έρωτα», αντλώντας από τα κοιτάσματα των θρύλων των μεσαιωνικών χρόνων (όπως αγαπούσε και ο πρώιμος ρομαντισμός, από τον Γουόλτερ Σκοτ μέχρι τους αδελφούς Γκριμ) αλλά με μία συνειδητότητα καταλύτη και φορέα αλλαγής που ταράζει ακόμη και σήμερα. Τη θέασή του στον κόσμο την όρισε με μουσική καινοτομία. «Είναι εντυπωσιακό ότι ήδη από το 1860, ο Βάγκνερ, μέσα από τις αναζητήσεις του όψιμου ρομαντισμού, έχει ανοίξει νέους δρόμους της αρμονίας, προϊδεάζοντας την εξέλιξη της μουσικής στις αρχές του 20ού αιώνα, ασκώντας ισχυρή επιρροή στους μεταγενέστερους, όπως ο Ρίχαρντ Στράους, ο Μάλερ, ο Σένμπεργκ...», λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης.
Η κατάρα του τενόρου
«Εφερε κοσμογονία. Η επανάσταση ήταν η νέα αρμονία και μια άλλη ενορχηστρωτική αντίληψη, ένας πλούτος απίστευτων χρωματισμών, που απαιτεί ύψιστες τεχνικές αντοχές τόσο από τους μουσικούς όσο και από τους τραγουδιστές. Απαιτεί "μαραθωνοδρόμους" και όχι δρομείς των 100 μέτρων. Ιδίως η πάρτα του τενόρου, ο ρόλος του Τριστάνου, συνοδεύεται από την κατάρα της πρεμιέρας στο Μόναχο το 1865, όταν ο πρωταγωνιστής, ο πρώτος Τριστάνος της ιστορίας, τενόρος Ludwig Schnorr von Carolsfeld, πέθανε ξαφνικά λίγες εβδομάδες μετά». Πολλοί απέδωσαν τότε τον θάνατό του στην καταπόνηση που είχε υποστεί, γι' αυτό επέζησε η σκιά της «κατάρας του τενόρου». «Ιδίως στη Β΄ πράξη», συνεχίζει ο Μύρων Μιχαηλίδης, «με τον διάρκειας 40 λεπτών μονόλογο του Τριστάνου, που ισοδυναμεί σε ένταση με μια ολόκληρη όπερα του Βέρντι, φαίνεται ανάγλυφα η απαίτηση του ρόλου».
Είναι ένα μεγάλο μουσικό δράμα, έτσι όπως το αποκαλούσε ο ίδιος ο Βάγκνερ. «Ως λιμπρετίστας ο ίδιος, συνέθεσε τον απόλυτο ύμνο στον έρωτα», τονίζει ο Μύρων Μιχαηλίδης, ο οποίος από παιδική ηλικία είχε επηρεαστεί από τον κόσμο του Βάγκνερ. «Είναι ένα χαρακτηριστικό έργο της ρομαντικής γραφής αλλά και πέραν αυτής, ένα magnum opus, ένα τιτάνιο, συνολικό έργο, ένα δράμα εξιλέωσης, χωρίς σταματημό, ορμητικό χωρίς ένα λεπτό παύσης».
Στην παραγωγή που θα δούμε, η προσέγγιση του Γιάννη Κόκκου (που διαβάζει το έργο «ως τραγωδία του φωτός και του σκότους, αντίστροφο από τον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης») συμπλέει με την προσέγγιση του Μύρωνα Μιχαηλίδη ως και προς τα καίρια σημεία κατανόησης του «Τριστάνου» μέσα από τον χρόνο. «Στα μεγάλα έργα υπάρχει απώλεια χρονικού σημείου. Η χρονική αναφορά δεν είναι αναγκαία και ως αρχιμουσικός θα υπηρετήσω αυτήν ακριβώς τη διαχρονία. Θα σεβαστούμε όλα όσα σεβάστηκαν οι μεγάλοι που στο παρελθόν υπηρέτησαν αυτό το κορυφαίο έργο με τα 32 λάιτ μοτίφ».
Χώρος στη φαντασία
Σε αυτό το έργο του Βάγκνερ, όπως λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης, «η νέα αρμονία εισάγεται με τη συγχορδία, το ακόρντο, του Τριστάνο». Είναι εντυπωσιακό ότι οι καταιγιστικές καινοτομίες του Βάγκνερ συμπλέουν και εκφέρονται ως ένα πλήρες οικοδόμημα κοσμοθεωρίας, σύλληψης και προσωπικής στάσης. Το πνεύμα του έργου, πυκνό σε εικόνες, θα φτάσει στη σκηνή του Μεγάρου με την επιλογή του Γιάννη Κόκκου για μια «ισορροπία ανάμεσα σε αφαίρεση και ρεαλισμό». Αυτή η λεπτή σχοινοβασία δεν σημαίνει ότι θα δούμε μια παράσταση «μινιμαλιστική». Η ορχήστρα υπό τον Μύρωνα Μιχαηλίδη θα μας μυήσει σε έναν πυκνό κόσμο, χωρίς διαφυγές, παρά μόνο κυματισμούς, χρωμοσκιάσεις, έλικες, ανατάσεις και βυθίσεις.
«Η παράσταση δεν θα είναι μινιμαλιστική», λέει ο Γιάννης Κόκκος, «εκτός από το γεγονός ότι θα εργαστώ μονάχα με εκείνα τα στοιχεία τα οποία θεωρώ απαραίτητα προκειμένου να αφηγηθώ την ιστορία, αφήνοντας χώρο στη φαντασία».
Σαν ένας κορμός με τρεις περιπεπλεγμένους κλώνους είναι η παραγωγή κατά Κόκκο και Μιχαηλίδη: ο μεσαιωνικός θρύλος, το ονειρικό ταξίδι, το αστικό δράμα του 19ου αιώνα. Μέσα από αυτήν τη σύμπλευση, οι ιδέες για τον ίδιον τον θάνατο και τον έρωτα καταδεικνύονται μέσα από μια φιλοσοφική συνομιλία όλων των συμπληρωματικών και αντιθετικών εννοιών, προδοσίας και αγάπης, σκότους και φωτός, αρσενικού και θηλυκού, ατόμου και κοινωνίας. «Ολόκληρος ο μύθος δεν είναι απλώς μια ερωτική ιστορία», λέει ο Γιάννης Κόκκος, «αλλά μια ιστορία, όπου η διάσταση της προδοσίας βρίσκεται απλώς στο ίδιο επίπεδο με αυτήν του έρωτα».
«Πολλοί από τους μουσικούς μας το γνωρίζουν το έργο, είτε από το εξωτερικό είτε από δική τους μελέτη», λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης. «Τώρα, όμως, ήρθε η ώρα να αναμετρηθούν με αυτόν τον κολοσσό».
Με ξένους και Ελληνες σολίστ
Το καστ έχει επιλεγεί ανάμεσα στους κορυφαίους διεθνώς. «Ο Τόρστεν Κερλ είναι ο νούμερο ένα Τριστάνος στον κόσμο αυτήν την περίοδο, περιζήτητος παντού», μας λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης, «αλλά και όλοι οι ρόλοι τραγουδιούνται από ερμηνευτές πρώτης κατηγορίας». Ιζόλδη είναι η Αν Πέτερσεν, Βασιλιάς Μάρκος ο Ράινχαρτ Χάγκεν, Κούρβεναλ ο Μίχαελ Φιρ, Μπρανγκαΐνε η Καταρίνα Νταλάιμαν. Συμμετέχει η ανδρική χορωδία της Λυρικής Σκηνής υπό τη διεύθυνση του Αγαθάγγελου Γεωργακάτου, αλλά και Ελληνες σολίστ όπως ο Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος (Μέλοτ), ο Κωστής Ρασιδάκης (Τιμονιέρης), ο Νίκος Στεφάνου (Βοσκός), ο Αντώνης Κορωναίος (Ναύτης).
«Στην Ελλάδα δεν είχαμε την παράδοση ενός τέτοιου ρεπερτορίου», εξηγεί ο Μύρων Μιχαηλίδης. «Θεωρητικά και τεχνικά υπάρχουν οι φωνές ανάμεσα στο δυναμικό της ΕΛΣ, αλλά δεν υπήρχε το κίνητρο για να επενδύσει ένας τραγουδιστής πάνω σε αυτούς τους ρόλους, όταν το ενδεχόμενο να ανέβει ένα τέτοιο έργο από τη Λυρική ήταν μία φορά τα 50 χρόνια. Γι' αυτό οι τραγουδιστές μας προσαρμόζονται σε άλλους ρόλους από όπερες που ανεβαίνουν συχνότερα».
Η αλήθεια είναι ότι η Λυρική Σκηνή μέσα από τις πολλαπλές δράσεις της τα τελευταία χρόνια έχει δώσει βήμα σε τουλάχιστον 90 νέους τραγουδιστές, δημιουργώντας ένα διαρκές κίνητρο. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής που εφαρμόζεται, η οποία κινείται τόσο ως προς τη διδασκαλία-παραγωγή ρεπερτορίου όσο και ως προς τη δημιουργία ρόλων.
Το μεγάλο στοίχημα του «Τριστάνου» είναι η αναμέτρηση με ένα τιτάνιο έργο δυσκολίας και απαιτήσεων και η εγγραφή του στο εθνικό ρεπερτόριο. Ενα άλμα, που όπως λέει ο Μύρων Μιχαηλίδης, προέκυψε από έναν προσεκτικά μελετημένο βηματισμό.
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη. 21, 28, 31 Ιανουαρίου, 4 Φεβρουαρίου 2015. Ωρα έναρξης: 18.30.
www.kathimerini.gr