Τον θάνατο του πρώην Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ' σε ηλικία 95 ετών ανακοίνωσε το Βατικανό.
Τον θάνατό του ανακοίνωσε ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Αγίας Έδρας Ματέο Μπρούνι.
«Με λύπη σας πληροφορώ ότι ο Επίτιμος Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ’ εκοιμήθη σήμερα στις 9:34 στην Μονή Mater Ecclesiae στο Βατικανό» δήλωσε ο εκπρόσωπος, διευκρινίζοντας ότι θα δοθούν περαιτέρω λεπτομέρειες.
Ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ' σόκαρε την Καθολική Εκκλησία όταν ανακοίνωσε την παραίτησή του το 2013, κάτι που είχε να συμβεί για πάνω από 600 χρόνια.
Έκτοτε ζούσε σε πρώην μοναστήρι στο Βατικανό, όπου και διέμενε. Ο Βενέδικτος, ο πρώτος Γερμανός πάπας εδώ και 1.000 χρόνια, εξελέγη στις 19 Απριλίου του 2005 για να διαδεχθεί τον πολύ δημοφιλή πάπα Ιωάννη Παύλο Β’, που έμεινε στην κεφαλή της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας για 27 χρόνια.
Ο Βενέδικτος ανακοίνωσε την πρόθεσή του να παραιτηθεί για λόγους υγείας στις 11 Φεβρουαρίου του 2013. Δήλωσε ότι δεν είχε πια τη σωματική και ψυχική δύναμη να ηγηθεί της εκκλησίας. ;
Στις 28 Φεβρουαρίου της ίδιας χρονιάς παραιτήθηκε επίσημα και μετακινήθηκε προσωρινά στη θερινή παπική κατοικία, νότια της Ρώμης, ενώ καρδινάλιοι από όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη για να εκλέξουν τον διάδοχό του. Ο Φραγκίσκος, ο πρώτος πάπας από τη Λατινική Αμερική, εξελέγη διάδοχός του στις 13 Μαρτίου του 2013.
Η υγεία του επιδεινώθηκε αυτήν την εβδομάδα
Ο επίτιμος Πάπας ζούσε σε μοναστήρι στις εγκαταστάσεις του Βατικανού. Η υγεία του επιδεινώθηκε αυτήν την εβδομάδα, με τον ίδιο τον Πάπα Φραγκίσκο να δηλώνει την Τετάρτη ότι «είναι πολύ άρρωστος»,
Έκτοτε, σε ανακοινώσεις που εξέδωσε το Βατικανό, έκανε λόγο για σοβαρή πλην όμως σταθερή κατάσταση, μέχρι σήμερα, οπότε και ανακοινώθηκε ο θάνατός του.
Ποιος ήταν ο Πάπας Βενέδικτος
Κατά κόσμον Γιόζεφ Ράτινγκερ, ο επίτιμος πάπας Βενέδικτος, Γιόζεφ Ράτσινγκερ, είχε γεννηθεί στις 27 Απριλίου του 1927 στο Πασάου της Γερμανίας. Ο πατέρας του προερχόταν από αγροτική οικογένεια και ήταν μέλος της τοπικής χωροφυλακής, ενώ η μητέρα του, πριν παντρευτεί, είχε δουλέψει ως μαγείρισσα σε διάφορα ξενοδοχεία.
Ο Ράτσινγκερ πέρασε τα εφηβικά του χρόνια σε μικρή απόσταση από τα σύνορα με την Αυστρία, κοντά στο Σάλτζμπουργκ. Όπως είχε πει ο ίδιος, γνώρισε την εχθρική στάση του ναζισμού προς την Καθολική Εκκλησία και ήταν αυτόπτης μάρτυρας την ημέρα που ο ιερέας της ενορίας του ξυλοκοπήθηκε από τους ναζί. Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο κατετάγη στις εφεδρικές αντιαεροπορικές δυνάμεις και στην συνέχεια, από το 1946 μέχρι το 1951, σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στο Μόναχο. Στις 29 Ιουνίου του 1951 χειροτονήθηκε ιερέας και άρχισε αμέσως να διδάσκει θεολογία, μαζί με γνωστούς καθηγητές της εποχής, στην Βόννη. Πήρε μέρος, ως ειδήμων, στην Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού , από το 1962 μέχρι το 1965. Το 1977 ο πάπας Παύλος ο Έκτος τον διόρισε αρχιεπίσκοπο Μονάχου και, την ίδια χρονιά, ορίσθηκε καρδινάλιος από τον ίδιο ποντίφικα.
Το 1981, ο πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β' διόρισε τον Γιόζεφ Ράτσινγκερ επικεφαλής του «υπουργείου» του Βατικανού για την ορθότητα της πίστεως και όπως έχει υπογραμμίσει το ίδιο το Βατικανό «το συνολικό έργο του, ως συνεργάτη του πάπα Ιωάννη Παύλου του Δεύτερου, ήταν διαρκές και πολύτιμο». Λίγο πριν από τον θάνατό του, του ζήτησε να γράψει τους στοχασμούς της Καθολικής Οδού του μαρτυρίου, (Via Crucis) για το Πάσχα του 2005, στο Κολοσσαίο.
Εξελέγη Πάπας το 2005
Στις 19 Απριλίου του 2005, ο Βενέδικτος εξελέγη ποντίφικας από το Κονκλάβιο των καρδιναλίων. Κύριο σημείο αναφοράς του, η ανάγκη για επίτευξη της ειρήνης σε όλες τις περιοχές του πλανήτη. Παράλληλα, προσπάθησε να περιορίσει τη γραφειοκρατική ισχύ αρκετών ανώτατων υπηρεσιών του Βατικανού με επικεφαλής κληρικούς και έδωσε έμφαση και στον διαθρησκευτικό διάλογο, ιδίως με τους Ορθόδοξους.
Δεν έλειψαν οι αναλυτές που υπογράμμισαν ότι ο Βενέδικτος θέλησε να αναβιώσει κάποια τυπικά στοιχεία της παράδοσης, αρχίζοντας από τα ίδια του τα άμφια: για παράδειγμα, φόρεσε και πάλι κόκκινη κάπα και σκούφο, τα καρμάουρο και ταμπάρο και κόκκινα υποδήματα.
Ζήτησε «συγγνώμη» από τα θύματα παρενοχλήσεων και κακοποιήσεων
Όπως γράφει ο ιταλικός Τύπος, ήταν και ο πρώτος ποντίφικας ο οποίος ζήτησε «συγγνώμη» από τα θύματα παρενοχλήσεων και σεξουαλικών κακοποιήσεων για τις οποίες ευθύνονταν κληρικοί. Συνάντησε, δε πολλά από τα θύματα των καταδικαστέων και τραυματικών αυτών συμπεριφορών.
Για παράδειγμα, σε ότι αφορά την Ιρλανδία, το 2006 ο πάπας ζήτησε την παραίτηση επισκόπων της που δεν είχαν καταπολεμήσει με αρκετή αποφασιστικότητα κρούσματα παιδεραστίας μέσα στην Καθολική Εκκλησία. Το 2011, όμως, κάποιοι από τους συνδέσμους θυμάτων κακοποιήσεων από κληρικούς προσέφυγαν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορώντας τον Γερμανό πάπα και άλλους υψηλόβαθμους κληρικούς του Βατικανού για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και συγκάλυψη των σεξουαλικών κακοποιήσεων. Το 2012, η προσφυγή και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν από τους ίδιους τους δικηγόρους των συνδέσμων.
Στις 28 Φεβρουαρίου του 2013, ο Βενέδικτος παραιτήθηκε επίσημα από ποντίφικας, προκαλώντας τεράστια έκπληξη στους καθολικούς και όχι μόνο. Αιτία της απόφασής του αυτής, όπως υπογράμμισε ο ίδιος, τα προβλήματα υγείας του, που είχαν επιδεινωθεί. Μετά την εκλογή του Φραγκίσκου, ο Βενέδικτος ονομάσθηκε «επίτιμος ποντίφικας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας».