Εκμεταλλευόμενο τον φόβο των ψηφοφόρων και τη νομοτελειακή συσπείρωσή τους γύρω από την εξουσία στον απόηχο της επίθεσης στην Αγκυρα με 100 και πλέον νεκρούς τον περασμένο μήνα, τo AKP κατέκτησε την πλειοψηφία στη νέα Εθνοσυνέλευση, όχι όμως και τον απαραίτητο αριθμό των 2/3 των εδρών για την αλλαγή του συντάγματος, κάτι που θα επέτρεπε στον Ερντογάν να ενισχύσει τις εξουσίες του προέδρου και να μετατρέψει το πολίτευμα σε προεδρική δημοκρατία. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν, πάντως, ότι το κυβερνών κόμμα που υπολείπεται λιγότερες από 20 έδρες για να συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό στο Κοινοβούλιο, θα μπορούσε να συνάψει συμμαχίες με άλλα κόμματα, ειδικά με το φιλοκουρδικό HDP, αν εγκαινιάσει εκ νέου την ειρηνευτική διαδικασία στο κουρδικό ζήτημα. Αυτήν τη στιγμή κάτι τέτοιο μοιάζει μάλλον δύσκολο, παρόλο που εκπρόσωπος του κόμματος εμφανίστηκε αυτήν την εβδομάδα ανοιχτός στην προοπτική να τεθεί το ζήτημα στο τραπέζι του διαλόγου.
Ο «άθλος» του Ντεμιρτάς
Το κλίμα μεταξύ των δύο κομμάτων είναι στο ναδίρ, καθώς μετά την επίθεση στην Αγκυρα, το HDP άφησε να εννοηθεί ότι πίσω της βρίσκεται το βαθύ κράτος της Τουρκίας ή για την ακρίβεια το νέο βαθύ κράτος της χώρας, το οποίο έχει συστήσει ο Τούρκος πρόεδρος. Την ίδια στιγμή, το ΑΚΡ έκανε τα πάντα για να απαξιώσει το φιλοκουρδικό κόμμα ως πολιτικό όχημα του ΡΚΚ, μια εκστρατεία, η οποία φαίνεται ότι έπεισε πολλούς ψηφοφόρους, αν αναλογιστεί κανείς ότι το HDP έχασε ένα εκατομμύριο ψήφους και οριακά κατόρθωσε να ξεπεράσει το όριο του 10% και να εισέλθει στη Βουλή. Υπό αυτό το πρίσμα, θα πρέπει να θεωρείται άθλος του ηγέτη του Σελαχατίν Ντεμιρτάς, του επονομαζόμενου «Κούρδου Ομπάμα», ο οποίος κατάφερε να βάλει το κόμμα ξανά στη Βουλή, κρατώντας εύθραυστες ισορροπίες μεταξύ της κουρδικής εκλογικής βάσης κι ενός νέου ακροατηρίου. «Ηταν η πρώτη φορά που ακούσαμε στην Τουρκία από τα χείλη πολιτικού οιαδήποτε αναφορά στα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων», εξηγεί στην «Κ» Τούρκος φοιτητής, του οποίου η οικογένεια παραδοσιακά ψήφιζε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Παραδέχεται ότι το φιλοκουρδικό Κόμμα διατηρεί υπόγειες γέφυρες με το ΡΚΚ, κάτι που αμαυρώνει την εικόνα του. Παρ' όλα αυτά οι προοδευτικές του θέσεις σε πολλά κοινωνικά ζητήματα είναι, κατά τη γνώμη του, σημαντικότερες από τις σκιές αυτές. Ηταν ένας από τους εκατομμύρια νέους ψηφοφόρους, που το βράδυ της περασμένης Κυριακής έπεσε σε παρατεταμένη κατάθλιψη. Μόλις είδα τα αποτελέσματα, «σωριάστηκα» λέει σε άπταιστα ελληνικά, τα οποία διδάχθηκε από την Ελληνίδα γκουβερνάντα του.
Ο Ερντογάν μοιάζει σήμερα ισχυρότερος από ποτέ. Πριν από τις εκλογές πολλοί προέβλεπαν ότι αν το ποσοστό του ΑΚΡ μειωνόταν θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα μέτωπο αμφισβήτησής του από νέα, δυναμικά στελέχη, όπως οι Μπουλέντ Αρίντς, πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Αλί Μπαμπατσάν, πρώην τσάρος της τουρκικής οικονομίας, με τη συμμετοχή και του συνιδρυτή του κόμματος και πρώην προέδρου Αμπντουλάχ Γκιουλ. Τώρα ο Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος δέχθηκε ισχυρό ράπισμα στις εκλογές του Ιουνίου, όταν το κόμμα του έχασε την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, επανέρχεται δριμύτερος.
Προτού καν κλείσουν μερικά 24ωρα από την αναμέτρηση διέταξε συλλήψεις αντιφρονούντων και επιδρομές σε εχθρικά ΜΜΕ, κλιμάκωσε τις επιθέσεις κατά του ΡΚΚ στις νοτιοανατολικές επαρχίες της χώρας, ενώ επιβεβαίωσε την πρόθεσή του για αλλαγή του συντάγματος. Οι αγορές αντέδρασαν θετικά την επόμενη μέρα των εκλογών, στέλνοντας το μήνυμα ότι αυτό που προέχει είναι η πολιτική σταθερότητα κι ας είναι και προϊόν αυταρχισμού. Κατά μια έννοια, αυτή ήταν και η επιλογή του τουρκικού εκλογικού σώματος. Ο φόβος, η πόλωση, ο εθνικιστικός λόγος του ΑΚΡ κατάφεραν τελικά όχι μόνο να συσπειρώσουν το κυβερνών κόμμα αλλά και να προσελκύσουν ψηφοφόρους από άλλα κόμματα, όπως το Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Η ιδεολογική συγγένεια είχε ούτως ή άλλως οικοδομηθεί προεκλογικά με τα σενάρια που εμφάνιζαν ΑΚΡ και ΜΗΡ να συνεργάζονται σε περίπτωση που το πρώτο αποτύγχανε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Η γεωπολιτική θέση της χώρας προβάλλει αναβαθμισμένη λόγω της προσφυγικής κρίσης, όπως αποδείχθηκε και από την πρόσφατη επίσκεψη της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ στην Τουρκία, η οποία κατηγορήθηκε μάλιστα στο εσωτερικό της Γερμανίας ότι προσφέρει ένα πολύτιμο προεκλογικό δώρο στον Ερντογάν. Υπενθυμίζεται ότι κατά την παραμονή της στη χώρα η Μέρκελ υποσχέθηκε σοβαρά ανταλλάγματα στην Αγκυρα, συμπεριλαμβανομένης της επίσπευσης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, «καρότα», τα οποία ο Τούρκος πρόεδρος θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί στο άμεσο μέλλον για να διαμορφώσει τις σχέσεις της χώρας του με τις Βρυξέλλες.
Επί ποδός πολέμου
Την Πέμπτη οι Κούρδοι αντάρτες στην Τουρκία τερμάτισαν την κατάπαυση πυρός που είχαν κηρύξει πριν από έναν μήνα, αφού ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε την προηγούμενη μέρα ότι θα τους «εξοντώσει», διαλύοντας τις ελπίδες για υποχώρηση της βίας μετά τις βουλευτικές εκλογές. Το PKK ανακοίνωσε πως το AKP έδειξε πως βρίσκεται επί ποδός πολέμου με τις επιθέσεις που εξαπέλυσε αυτήν την εβδομάδα. «Ο μονομερής τερματισμός των εχθροπραξιών έφθασε στο τέλος του με την πολεμική πολιτική του AKP και τις τελευταίες επιθέσεις», ανέφερε το PKK σε δήλωση που μεταδόθηκε από το φιλοκουρδικό πρακτορείο ειδήσεων Firat. Ο απολογισμός των νεκρών της εβδομάδας ανήλθε σε πάνω από 40, ενώ περισσότεροι από 40.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί από το 1984 που άρχισε η εξέγερση. Η τελευταία δήλωση του PKK, επιπλέον της νέας τροφοδότησης της βίας, συνιστά μια νέα πηγή ανησυχίας για τους ξένους επενδυτές που θεώρησαν ότι το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής προσφέρει τη δυνατότητα να ενισχυθεί η σταθερότητα στην Τουρκία. Ως πρωθυπουργός ο Ερντογάν είχε εγκαινιάσει φιλοκουρδικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της εκχώρησης διευρυμένων πολιτισμικών και γλωσσικών δικαιωμάτων, ενώ είχε ξεκινήσει το 2012 μυστικές συνομιλίες με τον φυλακισμένο ηγέτη του ΡΚK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
www.kathimerini.gr