Παραμονές των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ, όπου ο Τζο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί κινδυνεύουν να χάσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου ο συγγραφέας -φαινόμενο του διεθνούς best seller “Sapiens: A Brief History of Humankind” επεσήμανε κατά την εμφάνισή του προ ημερών σε εκπομπή του δικτύου HBO με οικοδεσπότη τον Μπιλ Μάχερ, ότι τα πράγματα λόγω της πόλωσης στις ΗΠΑ είναι τόσο δύσκολα ώστε «οι επόμενες προεδρικές εκλογές μπορεί να είναι οι τελευταίες δημοκρατικές εκλογές στην ιστορία των ΗΠΑ. Και πρόσθεσε: «Δεν είναι μεγάλες οι πιθανότητες, αλλά μπορεί να συμβεί».
Η δημοσιογράφος Γκίλιαν Τετ των FT, που ήταν παρούσα στο πάνελ, δεν αντέδρασε όταν άκουσε το σχόλιο του Χαράρι. Αλλά, όπως σημείωσε σε άρθρο της στην εφημερίδα: «όταν αποχώρησα αργότερα από το πλατό, ένιωσα σοκαρισμένη. Πριν από λίγα χρόνια θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι κάποιος θα σχολίαζε από το βήμα δημοφιλούς τηλεοπτικού δικτύου ότι ίσως να είναι καταδικασμένο το εκλογικό σύστημα της Αμερικής. Ο Xαράρι, όμως, δεν είναι απ’ αυτούς που υποδαυλίζουν, αλλά ένας λόγιος, στοχαστικός ιστορικός. Το εντυπωσιακότερο ήταν ότι το σχόλιό του δεν ακούστηκε εκείνη τη στιγμή τόσο σοκαριστικό. Η πρόβλεψη του θανάτου της αμερικανικής δημοκρατίας θεωρείται σχεδόν φυσιολογική», γράφει.
Κι όπως εξηγεί, ο βασικότερος λόγος γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Τραμπ, συνεχίζει να ψεύδεται για τις εκλογές του 2020, αρνούμενος να αποδεχθεί ένα από τα θεμέλια μιας λειτουργούσας δημοκρατίας, δηλαδή την ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας. Και το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο λόγω του ότι τις θεωρίες συνωμοσίας του ανακυκλώνουν κι άλλοι Ρεπουμπλικανοί, αναπαράγονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις παπαγαλίζουν οι οπαδοί του στις συγκεντρώσεις του. Η δημοσιογράφος σημειώνει ότι η εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2021 «ήταν από πολλές απόψεις η φυσική συνέπεια της αντιδημοκρατικής ρητορικής του Τραμπ» και μολονότι απέτυχαν να αποτρέψουν την επικύρωση της νίκης του Μπάιντεν, πολλοί τώρα θεωρούν ότι ο Τραμπ θα εξασφαλίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και σε μια τέτοια περίπτωση μπορεί να νικήσει στις προεδρικές εκλογές σε δύο χρόνια.
Ο ρεβανσισμός του Τραμπ
Επικαλούμενη πρόσωπα από τον κύκλο του Τραμπ η Τετ σημειώνει ότι αν επανέλθουν στην εξουσία, θα προσπαθήσουν να εκδικηθούν τους αξιωματούχους που διενεργούν την έρευνα για την εισβολή στο Καπιτώλιο.
Aλλά θα χρησιμοποιήσουν και μια νομική ρήτρα με την επωνυμία “Schedule F” για να διώξουν τους αντιπάλους τους από το Δημόσιο κάτι, που θα έχει ευρύτερες συνέπειες, καθώς ορισμένοι γραφειοκράτες προσπάθησαν να φρενάρουν τις χειρότερες υπερβολές της κυβέρνησης Τραμπ, όπως αποκάλυψε ένα νέο βιβλίο με τίτλο “American Resistance” του Ντέιβιντ Ρότκοπφ.
Το αφήγημα Ρεπουμπλικανών
Το εντυπωσιακό είναι ότι πέραν του Χαράρι και οι Δημοκρατικοί ανησυχούν για το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας, αλλά ακόμη και οι Ρεπουμπλικανοί. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Quinnipiac σχεδόν επτά στους δέκα εξ’ αυτών (69%) θεωρούν ότι η δημοκρατία απειλείται, αλλά όχι λόγω του Τραμπ, με τον οποίο συμφωνούν ότι «του έκλεψαν» τη νίκη προ διετίας, ή ότι «ο ριζοσπαστικός εξτρεμισμός» των αντιπάλων τους υπονομεύει τις αμερικανικές αξίες.
Όπως αναφέρει η δημοσιογράφος των FT, μείζον πρόβλημα είναι το γεγονός ότι οι πολιτικές διαφορές καθορίζονται όχι από τις ιδέες αλλά από τις προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες στην Αμερική του 2022.
Σφυγμομέτρηση του περασμένου Αυγούστου από το Pew Research Center έδειξε ότι από 47% προ εξαετίας, το ποσοστό των Ρεπουμπλικανών που θεωρούν «ανήθικους και ανέντιμους» τους Δημοκρατικούς εκτοξεύτηκε στο 72% και σχεδόν αντίστοιχο είναι το ποσοστό και στους Δημοκρατικούς. «Σημαίνει αυτό ότι η πρόβλεψη του Χαράρι για τον πιθανό θάνατο της δημοκρατίας είναι σωστή; Προσωπικά δυσκολεύομαι να το πιστέψω», λέει η Τετ σημειώνοντας ότι πόλωση και βία ήταν εξ’ αρχής ένα από τα χαρακτηριστά της αμερικανικής δημοκρατίας κι εκφράζοντας την ελπίδα να ανατραπεί το σκηνικό.
Αλλά, όπως λέει, αυτό μάλλον θα αργήσει, αφού μόλις το 7% των ερωτηθέντων θεωρεί προτεραιότητα την αντιμετώπιση των απειλών κατά της δημοκρατίας, άρα η κρίση θα πρέπει να βαθύνει κι άλλο προτού υπάρξει αντίδραση.