Η «μεγάλη εικόνα» είναι ότι «μέχρι πριν από μερικά χρόνια, τα κλιμάκια του ΔΝΤ έκαναν συστάσεις για την καταπολέμηση άμεσων οικονομικών προκλήσεων που αντιμετώπιζε η Ελλάδα. Η κατάσταση έχει αλλάξει δραματικά από τότε, προς το καλύτερο» τόνισε ο απεσταλμένος του Ταμείου, παρουσιάζοντας τα βασικά συμπεράσματα του κλιμακίου, πριν αναχωρήσει από τη χώρα μας.
«Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για την οικονομία της Ελλάδας είναι θετικές. Συνεπώς, τώρα εξετάζουμε τρόπους για να εξασφαλίσουμε ότι το μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας αξιοποιείται πλήρως, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαρκής βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού πληθυσμού» συμπλήρωσε ο ίδιος, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε χθες (30/1) στην Αθήνα, ενόψει της ετήσιας Έκθεσης του Άρθρου IV.
Στις διευκρινιστικές ερωτήσεις των δημοσιογράφων για το αν τώρα που η ελληνική οικονομία έχει ανακάμψει, υπάρχουν περιθώρια για αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις παροχές και επαναφορά των δώρων, ο ίδιος απάντησε πως «οι δαπάνες για μισθούς στο δημόσιο και συντάξεις παραμένουν υψηλές σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Γι’ αυτό, η σύστασή μας είναι να περιοριστεί η υπερβολική αύξηση των συντάξεων ή των μισθών στο δημόσιο τομέα, ώστε να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος για πιο παραγωγική χρήση πολύτιμων πόρων» όπως σε επενδύσεις στην Υγεία και στην Παιδεία.
Στο κείμενο συμπερασμάτων μάλιστα για τις εκτιμήσεις του Ταμείου διαπιστώνει συνολικά αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Όπως αναφέρει «η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται με δυναμικό ρυθμό» και «οι προοπτικές για την οικονομία στο άμεσο μέλλον παραμένουν ευνοϊκές» καθώς «η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει ισχυρή, χάρη στην αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Συνεπώς, αναμένουμε ότι η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με σταθερό ρυθμό φέτος, κατά 2,1%, προτού να αρχίσει να μετριάζεται σταδιακά σε περίπου 1,25% μέχρι το 2030».
Τρεις συστάσεις
Πριν αναχωρήσει από την Αθήνα, ο επικεφαλής του κλιμακίου για την Ελλάδα δεν παρέλειψε να απευθύνει και τρεις γενικές συστάσεις:
- Πρώτον, η δημοσιονομική προσαρμογή να συνεχιστεί με τρόπο φιλικό προς την ανάπτυξη. Τα υψηλή πρωτογενή πλεονάσματα θα ενισχύσουν περαιτέρω τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, αλλά υπάρχουν σημαντικές ανάγκες για περισσότερες επενδύσεις σε υποδομές (ιδιαίτερα για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης) αλλά και οι κοινωνικές δαπάνες, όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση, για να προστατευθούν για να ενισχυθούν τα πλατιά στρώματα.
- Δεύτερον, είναι απολύτως απαραίτητο να επιταχυνθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να ξεπεραστούν εμπόδια και να βελτιωθούν οι προοπτικές ανάπτυξης για το μέλλον.
Συγκεκριμένα, απαιτούνται μέτρα για τις δυσμενείς δημογραφικές τάσεις και την αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας, ιδίως για γυναίκες, νέους και ηλικιωμένους. Ως παράδειγμα το ΔΝΤ παρατηρεί ότι πολλές μητέρες αναγκάζονται να βγουν από την αγορά εργασίας λόγω έλλειψης επιλογών για τη φροντίδα των παιδιών τους. Και συνιστά περαιτέρω μέτρα για να μειωθεί η «ποινή του παιδιού» (“child penalty” όπως την αναφέρει) και να διευκολυνθεί η συμμετοχή των γυναικών στην επίσημη αγορά εργασίας.
Για να ενισχυθεί η επιχειρηματική δυναμική προτείνεται, για παράδειγμα, η άρση ρυθμιστικών εμποδίων ώστε να διευκολυνθεί η είσοδος και έξοδος των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στους τομείς των υπηρεσιών. Πρέπει επίσης να γίνουν συνεχείς προσπάθειες για την ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων στο δικαστικό σύστημα.
- Τρίτον, η ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, τα υψηλά κέρδη των τραπεζών πρέπει να χρησιμοποιούνται κυρίως για την περαιτέρω ενίσχυση των αποθεματικών κεφαλαίων και την βελτίωση της ποιότητας του κεφαλαίου. Ενώ χαιρετίζει την ενεργοποίηση από την Τράπεζα της Ελλάδας μακροπροληπτικών πολιτικών για να προληφθούν αναδυόμενοι κίνδυνοι, καθώς θα ενισχύσουν περαιτέρω την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα.