Όταν η ινσουλίνη απουσιάζει ή δεν επαρκεί, εμφανίζεται υπεργλυκαιμία, δηλαδή αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν διάφορες παθολογικές καταστάσεις, που είναι γνωστές ως διαβητικές επιπλοκές.
Οποιαδήποτε τροφή κι αν καταναλώσουμε τελικά θα διασπαστεί σε μόρια γλυκόζης, που μέσω του εντέρου θα μπουν στην κυκλοφορία του αίματος για να μεταφερθούν σε όλους τους ιστούς του σώματος.
Αν ο διαβήτης παραμένει χωρίς διάγνωση ή δεν παρακολουθείται ή δεν αντιμετωπίζεται θεραπευτικά, μπορεί να προκαλέσει διάφορες επιπλοκές που αυξάνουν τη νοσηρότητα και μπορεί να απειλήσουν τη ζωή του ατόμου. Οι διαβητικές επιπλοκές διακρίνονται σε οξείες και χρόνιες. Στις οξείες επιπλοκές ανήκουν η υπογλυκαιμία, το υπογλυκαιμικό κώμα, η υπεργλυκαιμία, το διαβητικό υπεροσμωτικό κώμα και η διαβητική κετοξέωση, ενώ στις χρόνιες διαβητικές επιπλοκές περιλαμβάνονται η αμφιβληστροειδοπάθεια, η νεφροπάθεια, η νευροπάθεια, τα έλκη στα πόδια (διαβητικό πόδι), διάφορες λοιμώξεις, το εγκεφαλικό επεισόδιο και το έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Ο σακχαρώδης διαβήτης διακρίνεται σε κυρίως τρεις μορφές: το διαβήτη τύπου 1, το διαβήτη τύπου 2 και το διαβήτη κύησης. Ο διαβήτης τύπου 1, εμφανίζεται όταν τα β-κύτταρα του παγκρέατος δεν παράγουν καθόλου ή παράγουν ελάχιστες ποσότητες ινσουλίνης. Η διάγνωση συνήθως γίνεται σε ηλικία κάτω των 20 ετών, κυρίως κατά την έναρξη της εφηβείας, και μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί τρόπος να αποφευχθεί η εμφάνιση της νόσου. Ακολούθως, ο διαβήτης τύπου 2, είναι συνηθέστερος τύπος διαβήτη (περίπου 80% του συνόλου των ατόμων με διαβήτη πάσχουν από διαβήτη τύπου 2). Χαρακτηρίζεται από σχετική έλλειψη ινσουλίνης ή από μειωμένη δραστικότητά της (ινσουλινοαντίσταση). Συνήθως εμφανίζεται σε άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών, αλλά πλέον παρουσιάζεται και σε μικρότερες ηλικίες. Επιπλέον, ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης, εμφανίζεται σε έγκυες γυναίκες. Οι ορμόνες που παράγονται από το γυναικείο σώμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ανταγωνίζονται και περιορίζουν τη δράση της ινσουλίνης, οδηγώντας στην εμφάνιση υπεργλυκαιμίας, η οποία μπορεί να βλάψει τη μητέρα και να επηρεάσει την ανάπτυξη του εμβρύου.
Τα συμπτώματα που σχετίζονται με το διαβήτη είναι πιθανό να αναπτύσσονται βραδέως με την πάροδο του χρόνου. Τα πιο συνήθη είναι πολυουρία, πολυδιψία, έντονη πείνα, ασυνήθιστη απώλεια βάρους, αίσθημα κόπωσης, ευερέθιστη συμπεριφορά, θολή όραση, λοιμώξεις του δέρματος, της ουροδόχου κύστης, του κόλπου ή άλλων περιοχών, ναυτία και εμετός, απώλεια της αφής άνω και κάτω άκρων.
Για την αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 1 απαιτούνται ενέσεις ινσουλίνης. Στον διαβήτη τύπου 2, στόχος της θεραπευτικής αντιμετώπισης είναι η εξάλειψη των συμπτωμάτων και η διατήρηση των τιμών της γλυκόζης στο αίμα εντός των φυσιολογικών ορίων.
Στην Ελλάδα σήμερα εκτιμάται ότι περίπου 900.000 άτομα, δηλαδή 8% του συνολικού πληθυσμού, πάσχουν από διαβήτη. Δυστυχώς, άλλοι τόσοι περίπου πιθανολογείται ότι έχουν διαβήτη εν αγνοία τους, ενώ σημαντικός είναι επίσης ο αριθμός των ατόμων που παρουσιάζουν προδιάθεση να εμφανίσουν διαβήτη στο άμεσο μέλλον.
Η μεταβολή του τρόπου διατροφής του σύγχρονου ανθρώπου οδήγησε σε αύξηση της παχυσαρκίας, που αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη διαβήτη. Γι' αυτό και θα πρέπει να εντάξουμε στην καθημερινότητα μας τροφές που περιλαμβάνονται στο μεσογειακό τρόπο διατροφής και μας προσφέρουν ευεξία και καλή υγεία. Παράλληλα, χρήσιμος είναι και ο ρόλος των ειδικών όχι μόνο στην διάγνωση και την θεραπεία αλλά κυρίως στην πρόληψη, ώστε να προληφθούν οξύτατα προβλήματα υγείας όπως π.χ. το διαβητικό πόδι.
Η Πρόεδρος του Δ.Σ.
του Κ.Ε.Κ.Υ.Κ.Α.ΜΕΑ. Κυκλάδων
Παρασκευή Κουφοπούλου {plusone lang=el}