Μαντώ Μαυρογένους: Η σπουδαία ηρωίδα της Πάρου και των Κυκλάδων στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα του 1821…

23 Μαρτίου 2024 23:18

Επαναδημοσιεύουμε με αφορμή την Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου, ένα άρθρο του psts.gr που βραβεύτηκε στο θεσμό Regional Media Awards 2021 λαμβάνοντας το τρίτο βραβείο (Βronze) στην κατηγορία Best Editorial – Best Column και αναρτήθηκε για πρώτη φορά το 2021 με αφορμή τον εορτασμό της 200ετηρίδας από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.

Θέμα του, η ζωή, η δράση και το έργο της φλογερής ηρωίδας της Πάρου και των Κυκλάδων Μαντώς Μαυρογένους. Το συγκεκριμένο editorial, ξεχώρισε ανάμεσα σε άλλα περιφερειακών – τοπικών μέσων ενημέρωσης από ολόκληρη την Ελλάδα και αποτέλεσε τη συμβολή του psts.gr στη σύνδεση της συλλογικής ιστορικής μνήμης της Πάρου και των ανθρώπων της με τη μεγάλη ιστορική εικόνα της Ελληνικής Επανάστασης, διαμέσου μιας μοναδικής, σπουδαίας ιστορικής μορφής του τόπου: Της Μαντώς Μαυρογένους.

 

H Μαντώ Μαυρογένους αποτέλεσε εξέχουσα μορφή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μια από τις σπάνιες ιστορικές φυσιογνωμίες που αφιερώθηκαν εξ΄ολοκλήρου στα ιδανικά και στα δίκαια της Ελευθερίας του έθνους, κάνοντας με τη ζωή της και την προσφορά της στον Αγώνα πράξη, την ανιδιοτελή και απεριόριστη αγάπη στην πατρίδα.


Οι πρόγονοι της φλογερής ηρωίδας γεννήθηκαν και έζησαν στην Πάρο. Ο προπάππους της ονόματι Ιωάννης Μαυρογένης εγκαταστάθηκε στα Μάρμαρα της Πάρου. Έφερε στη ζωή τον Νικόλαο Μαυρογένη, Ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας, ο οποίος κατασκεύασε τις τρεις μαρμάρινες κρήνες που βρίσκονται στον κεντρικό δρόμο της Παροικίας. Ο άλλος γιός του Ιωάννη, ο Δημήτριος, έφερε στη ζωή τον Πέτρο Μαυρογένη, πατέρα της Μαντώς.

Ο Πέτρος σε ηλικία 16 ετών, έφυγε από την Πάρο, εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη και εξελίχθηκε σε μεγαλέμπορο. Στην Τεργέστη γεννήθηκε το 1796 η Μαντώ, το στερνοπαίδι του, με μητέρα την Ζαχαράτη Χατζή Μπάτη με καταγωγή από τη Μύκονο. Η Μαντώ, προερχόμενη από μια πλούσια, αριστοκρατικής καταγωγής οικογένεια, ήταν μια μορφωμένη, όμορφη κοσμοπολίτισσα, ψηλή και επιβλητική, που μιλούσε γαλλικά, ιταλικά και τουρκικά, και είχε επηρεαστεί από τις αξίες και τις ιδέες του Διαφωτισμού.

Επισκέφτηκε την Ελλάδα σε ηλικία 19 ετών και η ανήσυχη νεανική της ψυχή, μυήθηκε στην Τήνο στην ανυστερόβουλη αγάπη για την πατρίδα από τον θείο της παπά Νικόλαο Μαύρο, έναν φλογισμένο πατριώτη και Φιλικό. Κάπως έτσι πήρε την απόφαση να αφιερώσει τον εαυτό της στον Αγώνα προσφέροντας ολόκληρη την περιουσία της στον βωμό των δικαίων του έθνους.

Με πλοία εξοπλισμένα με δικά της έξοδα καταδίωξε Αλγερινούς που λυμαίνονταν τις Κυκλάδες, εξόπλισε δύο επανδρωμένα πλοία με τα οποία καταδίωξε πειρατές που επιτέθηκαν στη Μύκονο και σε άλλα νησιά των Κυκλάδων. Τον Οκτώβριο του 1822, οι Μυκονιάτες απωθούσαν τους Τούρκους υπό την ηγεσία της. Εξόπλισε επίσης και εφοδίασε 150 άνδρες για να εκστρατεύσουν στην Πελοπόννησο και έστειλε δυνάμεις και οικονομική υποστήριξη στη Σάμο όταν το νησί απειλήθηκε από τους Τούρκους. Έστειλε ένα σώμα 50 ανδρών στην Πελοπόννησο οι οποίοι μετείχαν στην άλωση της Τριπολιτσάς από τους Έλληνες.

Ξόδεψε χρήματα για την ανακούφιση των στρατιωτών και των οικογενειών τους αλλά και για την προετοιμασία μιας εκστρατείας στη Βόρεια Ελλάδα με την υποστήριξη πολλών φιλελλήνων. Δημιούργησε έναν στόλο έξι πλοίων και πεζικό αποτελούμενο από 16 λόχους με πενήντα άνδρες το καθένα και έλαβε μέρος σε επιχειρήσεις στην Κάρυστο το 1822. Χρηματοδότησε την εκστρατεία της Χίου, όμως δεν κατάφερε να εμποδίσει τη σφαγή της Χίου. Ενίσχυσε με 50 άνδρες τον Νικηταρά στη μάχη των Δερβενακίων. Όταν ο Οθωμανικός στόλος εμφανίστηκε στις Κυκλάδες, χρηματοδότησε τον εφοδιασμό και εξοπλισμό των 200 ανδρών που πολέμησαν τον εχθρό και περιέθαλψε δύο χιλιάδες ανθρώπους που είχαν επιβιώσει από την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου. Οι άντρες της συμμετείχαν σε πολλές άλλες μάχες όπως αυτές του Πηλίου, της Φθιώτιδας, της Λειβαδιάς.

Ωστόσο, πέρα από την αφειδή οικονομική υποστήριξή της στον Αγώνα, η Μαντώ ήταν η ακούραστη πατριώτισσα που εμψύχωνε με όλες της τις δυνάμεις τους πολεμιστές. Είναι πολύ πιθανό, η ίδια να μη σήκωσε ποτέ το σπαθί της εναντίον του εχθρού, όμως τη μυρωδιά του μπαρουτιού τη γνώρισε καλά αφού βρέθηκε πολλές φορές δίπλα στα παλικάρια τα δικά της και άλλων καπεταναίων δίνοντας ψυχή στα όπλα τους και γεμίζοντας κουράγιο τις καρδιές τους. Με τον εμπνευσμένο και μεστό λόγο της, με το παράδειγμά της, την αποφασιστικότητα και τη γενναιότητά της, έπειθε τους πολεμιστές για την αναγκαιότητα της αυταπάρνησης στον ιερό σκοπό της Ελευθερίας.

Παντού όπου βρέθηκε, μιλούσε εθνικά, συμφιλιωτικά, παραμένοντας έξω από τις έριδες των καπεταναίων και των πολιτικών. Γνωρίζοντας ότι μόνοι τους οι Έλληνες δύσκολα θα κατάφερναν να φέρουν εις πέρας τον Αγώνα τους νικηφόρα, αξιοποιεί τη μόρφωσή της και τις δημόσιες σχέσεις της για να επηρεάσει τους Ευρωπαίους. Τους προσφέρει υλικό για να γράψουν άρθρα σε εφημερίδες και να εκδώσουν βιβλία για τον δίκαιο Αγώνα των Ελλήνων. Γράφει η ίδια δύο ιστορικές, συγκινητικές επιστολές προς τις Αγγλίδες και Γαλλίδες κυρίες επιχειρώντας να τις θέσει ενώπιον των πολιτισμικών και ιστορικών τους ευθυνών.

Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλέλληνα στρατιωτικό και συγγραφέα Μαξίμ Ρεμπό (1760 – 1842) η Μαντώ ήταν προικισμένη με έναν γλυκύτατο χαρακτήρα αλλά «όταν μιλάει για την ελευθερία της πατρίδας της, φλογίζεται, η συζήτηση ζωντανεύει και τα λόγια της κυλάνε με μια φυσική ευγλωττία που σου κρατούν την ανάσα». Το όνομά της κατέστη θρυλικό στους φιλελληνικούς κύκλους του εξωτερικού και η προσωπογραφία της τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 1827 σε όλη την Ευρώπη.

Ότι είχε και δεν είχε, κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, χρήματα, κοσμήματα, τα προικιά της, όλα τα πρόσφερε στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα η Μαντώ Μαυρογένους. Υπολογίζεται ότι 700.000 γρόσια, ποσό ιλιγγιώδες για την εποχή δαπανήθηκαν από την ίδια υπέρ της πατρίδας. Το 1825, και ενώ οι πόροι της είχαν εξαντληθεί, αναγκάστηκε να εκποιήσει ακίνητα της οικογένειάς της στα νησιά των Κυκλάδων.

Δεν ήταν λίγα ωστόσο τα πλήγματα που βίωσε η σπουδαία ηρωίδα στη ζωή της. Στο καμίνι του Αγώνα γνώρισε τον στρατιωτικό και αγωνιστή Δημήτριο Υψηλάντη (1783 – 1832) συνάπτοντας μαζί του αρραβώνα. Στον αρραβώνα αυτό αντιτάχθηκαν ωστόσο ισχυροί πολιτικοί της εποχής που είδαν την ενοποίηση των δύο ισχυρών οικογενειών τους ως απειλή για τους ίδιους. Επικεφαλής αυτής της εχθρότητας και αφορμή για τη διάλυσή του στάθηκε ο Ιωάννης Κωλέττης με εντολή του οποίου η Μαντώ εξορίστηκε από το Ναύπλιο όπου διέμενε. Η Μαντώ που γεύτηκε σε προσωπικό επίπεδο την πίκρα από τη αθέτηση γάμου του Υψηλάντη, εχθρικά βέλη από Έλληνες με προεξάρχοντα τον Κωλέττη, την εξορία αλλά και τη φτώχεια, περιήλθε σε δεινή κατάσταση τη στιγμή ακριβώς που το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος έπαιρνε σάρκα και οστά.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, πρώτος κυβερνήτης της νεοσυσταθείσας Ελλάδας, αναγνωρίζοντας τα ανδραγαθήματά της και τις θυσίες της προς το έθνος, της απένειμε, τιμή μοναδική σε γυναίκα, το αξίωμα του επίτιμου αντιστράτηγου, παραχωρώντας της και μια μικρή σύνταξη. Θρυλείται, ότι η ίδια δώρισε στον Καποδίστρια ένα σπαθί, κειμήλιο από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου με την επιγραφή «Δίκασον Κύριε τους αδικούντας με, τους πολεμούντας με, βασίλευε των Βασιλευόντων».

Πλατεία Μαντώ Μαυρογένους 2018

Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια (1831) τα προβλήματα επιβίωσης οξύνθηκαν για την ηρωίδα ενώ επιδεινώθηκαν οι σχέσεις με την οικογένειά της που την κατηγόρησε ότι κατασπατάλησε τη μεγάλη οικογενειακή περιουσία. Αναγκάζεται τότε να απευθύνει επιστολή προς τον βασιλιά Όθωνα και να του διεκτραγωδήσει την κατάστασή της. Δεν έλαβε ποτέ απάντηση.

Γεύτηκε σε όλο της το «μεγαλείο» την αγνωμοσύνη της πατρίδας καθώς όταν αιτήθηκε σύνταξη απόμαχης αγωνίστριας μπροστά σε έναν κρατικό υπάλληλο, εκείνος τη ρώτησε: «Και τι κάνατε εσείς για την πατρίδα;» Και η περήφανη μέχρι τέλους Μαντώ, απάντησε: «Τίποτα…»

Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, τα πέρασε πάμφτωχη, λησμονημένη και εξαθλιωμένη. Σε κατάσταση ένδειας, κατοίκησε στην Πάρο όπου ζούσαν μερικοί από τους συγγενείς της. Τον Ιούλιο του 1840, προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό και πέθανε ξεχασμένη από όλους στην Πάρο, το νησί των προγόνων της το 1848.. Η σορός της διήλθε από τα κεντρικά σοκάκια της Παροικίας και κατέληξε στον Ι.Ν. Παναγίας Εκατονταπυλιανής όπου τελέστηκε η νεκρώσιμος ακολουθία.

Αυτή ήταν η Μαντώ Μαυρογένους, μια γυναίκα με θάρρος και αυταπάρνηση, πολύ πιο μπροστά από την εποχή της, που δόξασε την Ελλάδα και την Πάρο και διέθεσε τον εαυτό της και τη ζωή της στα ιδανικά της απελευθέρωσης του Έθνους.

Σήμερα η κεντρική πλατεία της Παροικίας φέρει το όνομά της και εκεί στέκει η προτομή της. Στη Πάρο υπάρχει για να θυμίζει την σπουδαία ηρωίδα και το σπίτι στο οποίο έζησε στην Παροικία τα τελευταία χρόνια της ζωής της και άφησε την τελευταία της πνοή. Στον κεντρικό δρόμο του παραδοσιακού οικισμού της Παροικίας, οι τρεις κρήνες από παριανό μάρμαρο με την εγχάρακτη επιγραφή Μαυρογένης, υπάρχουν για να θυμίζουν στους νεότερους τη δωρεά του θείου της Νικόλαου Μαυρογένη στον γενέθλιο τόπο του, την Πάρο.

Οι τρείς μαρμάρινες κρήνες

Ειδησεογραφικός, Ενημερωτικός, Ιστότοπος με σεβασμό στην αμερόληπτη ευρεία παρουσίαση των γεγονότων. Έγκυρη και έγκαιρη καθημερινή ενημέρωση!

 

 online mediaΜέλος του μητρώου
 ONLINE MEDIA
  Επικοινωνία

 

Διαγωνισμός

diagonismoi prosexos