Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επισκιάσει κάθε ενδιαφέρον για την οικολογική κρίση, και η πορεία συνοψίζεται ως όπισθεν ολοταχώς.
Πρόεδροι και πρωθυπουργοί που εξελέγησαν με περιβαλλοντική πλατφόρμα, πολιτικές ηγεσίες που θα έπρεπε να εστιάζουν την προσοχή και τις δυνάμεις τους στην ανάπτυξη ενός νέου μοντέλου, αφιερώνουν όλο τους το ενδιαφέρον στη διαχείριση του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του για την οικονομία και την κοινωνία. Ακριβώς τη στιγμή που οι ισχυρές χώρες καλούνταν να κινητοποιήσουν σημαντικούς οικονομικούς πόρους για να αποτρέψουν την επιταχυνόμενη πορεία προς την οικολογική καταστροφή, ανοίγουν διάπλατα οι κρουνοί της χρηματοδότησης για όπλα, πολεμικό υλικό και πάσης φύσεως άλλα έξοδα σχετιζόμενα με τον πόλεμο.
Η οικολογική κρίση λαμβάνει δύο βασικές μορφές, την κλιματική κρίση και την κρίση της βιοποικιλότητας. Βιοποικιλότητα είναι, με απλά λόγια, η ασύλληπτη ποικιλία των μορφών ζωής στον πλανήτη, αυτή η πλούσια βιβλιοθήκη της ζωής που, σύμφωνα με την πιο παραστατική περιγραφή, καταστρέφεται πριν προλάβουμε να διαβάσουμε τις πρώτες σελίδες του πρώτου βιβλίου. Η διατήρηση της ποικιλίας των ειδών δεν έχει νόημα μόνο για τους μελετητές εντόμων με τους μεγεθυντικούς φακούς, αλλά για κάθε άνθρωπο που ενδιαφέρεται για τη συνέχιση της ζωής στον πλανήτη. Κάθε φορά που ένα οικοσύστημα δέχεται πιέσεις (και οι πιέσεις στις μέρες μας είναι πάρα πολλές), η τεράστια ποικιλία των ειδών φροντίζει ώστε να υπάρξει κάποιο είδος που αντέχει και το οποίο συνεχίζει να προσφέρει τις υπηρεσίες του χωρίς να διαταραχθεί ο κύκλος της φύσης.
Το φθινόπωρο, ο ΟΗΕ διοργανώνει στην Κίνα διεθνή σύνοδο για τη βιοποικιλότητα, με στόχο να πιεστούν οι χώρες του πλανήτη να υιοθετήσουν δεσμευτικά μέτρα για την προστασία της. Είναι ένα ζήτημα κορυφαίας σημασίας που περνάει στα ψιλά, ενώ η φωνή οικολογικών οργανώσεων και ευαισθητοποιημένων πολιτών αγνοείται μπροστά στα επείγοντα ζητήματα που θέτει η διαχείριση του πολέμου. Ακόμη και τα «πράσινα» κόμματα μοιάζουν αυτή την περίοδο να ενδιαφέρονται περισσότερο για το πώς θα νικηθεί ο Πούτιν παρά για το πώς θα προωθηθεί η πράσινη ατζέντα.
Στις συνθήκες αυτές, δεν είναι μόνον οι βιομηχανίες οπλικών συστημάτων που τρίβουν τα χέρια τους με την επ’ αόριστον παράταση των συγκρούσεων στην Ουκρανία.
Το κόστος της ενέργειας και των αγροδιατροφικών προϊόντων χρησιμοποιείται ως Δούρειος Ιππος αντιπεριβαλλοντικών πολιτικών.
Οι πετρελαϊκές
Η πετρελαϊκή βιομηχανία, ο βασικός υπαίτιος για την κλιματική κρίση, καταγράφει φέτος κέρδη-ρεκόρ και βάζει υποθήκη για ακόμη περισσότερες εξορύξεις στο μέλλον, καθώς τα μορατόριουμ στις νέες εξορύξεις, που είχαν τεθεί σε ισχύ σε σειρά χωρών, καταρρίπτονται το ένα μετά το άλλο. Η βιομηχανία γεωργικών φαρμάκων, που πλουτίζει από τη διασπορά δηλητηρίων στο έδαφος και στο νερό, πέτυχε τον Μάρτιο να αναβληθεί η κατάθεση του πακέτου νομοθετικών πρωτοβουλιών της Ε.Ε. για τη φύση, που περιλαμβάνει μέτρα για να περιοριστεί η αλόγιστη χρήση γεωργικών φαρμάκων.
Και στις δύο περιπτώσεις, ένα άμεσο πρόβλημα (η εκτόξευση του κόστους της ενέργειας και των αγροδιατροφικών προϊόντων σήμερα) χρησιμοποιείται για να υιοθετηθούν, υπό το κράτος εκτάκτου ανάγκης, υποτιθέμενες λύσεις που όχι μόνον είναι σε εντελώς λάθος κατεύθυνση από περιβαλλοντικής σκοπιάς, αλλά και δεν πρόκειται να αποδώσουν παρά μόνον ύστερα από χρόνια. Με λίγα λόγια, οι εταιρείες βρίσκουν πάτημα στην απόγνωση που προξενούν οι αυξήσεις των τιμών σήμερα για να διαμορφώσουν το αύριο με βάση τα δικά τους συμφέροντα. Για την Ευρώπη, το ζητούμενο πλέον δεν είναι η απεξάρτηση από το αέριο ή το πετρέλαιο γενικώς, αλλά η απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο ειδικώς. Αυτό συνεπάγεται νέες επενδύσεις σε υποδομές ορυκτών καυσίμων, για εισαγωγές ενέργειας από τις ΗΠΑ, τον Περσικό και από τα νέα κοιτάσματα της Αφρικής.
Η αγρανάπαυση
Ως προς τα αγροτικά προϊόντα, η έκτακτη άδεια να καλλιεργηθούν οι εκτάσεις σε αγρανάπαυση και να ξεριζωθούν οι φυσικοί φράχτες ανάμεσα στα χωράφια με το σκεπτικό της αύξησης της παραγωγής έχει επικριθεί από σειρά οργανώσεων ως άνευ ουσιαστικής σημασίας για τη διατροφική ασφάλεια. Είναι όμως ένα μέτρο αρεστό στη χημική βιομηχανία, το οποίο οι κυβερνήσεις έλαβαν προκειμένου οι υπουργοί Γεωργίας να είναι σε θέση να ανακοινώσουν ότι κάτι κάνουν.
Η ανάγκη να υποστηρίξει δημοσίως ότι λαμβάνει μέτρα φαίνεται ότι καθοδηγεί και τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος πήρε πίσω τις προεκλογικές υποσχέσεις για πλούσιο πακέτο στήριξης κλιματικών δράσεων. Οταν κατηγορήθηκε πως ανοίγει και πάλι δημόσια γη σε εξορύξεις, ενώ είχε δεσμευθεί ότι δεν θα το κάνει, απάντησε επισημαίνοντας ότι αυτή τη φορά είναι διαφορετικά, απλώς και μόνο γιατί τα δικαιώματα που θα εισπράττει το δημόσιο θα αυξηθούν από το 12,5% στο 18,75%.