Εδώ εγκαταστάθηκαν, σύμφωνα με την ανασκαφέα Εφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, γόνοι της δυναστείας της Κνωσού, προκειμένου να ελέγχουν το παρακείμενο Ιδαίο Αντρο. Μάλιστα, σε εποχές του χρόνου που το ιερό σπήλαιο δεν ήταν προσβάσιμο, το συγκρότημα ενδέχεται να αποτέλεσε «παράρτημα» του Αντρου. Αλλωστε, ο εντοπισμός πλήθος τελετουργικών αγγείων (που είναι γνωστά ως «ρυτά») σε διάφορα σχήματα, φορητών ενεπίγραφων βωμών, χάλκινων και πήλινων θυμιατηρίων, περίτεχνων λύχνων και άλλων αντικειμένων μαρτυρούν τη θρησκευτική χρήση του χώρου. Παράλληλα, η θέση του κέντρου ήταν ιδανική για τη συλλογή των προϊόντων του βουνού, δηλαδή των ιαματικών βοτάνων και του μαλλιού από τα πρόβατα, που, όπως προκύπτει από πινακίδες της Κνωσού και της Αιγύπτου, εξάγονταν στις αγορές της Ανατολής.
Στα πλούσια κινητά ευρήματα της ανασκαφής συγκαταλέγονται μερικά από τα σημαντικότερα χάλκινα ειδώλια της μινωικής Κρήτης, διπλοί πελέκεις, σφραγίδες, πολυάριθμα τεράστια πιθάρια σε ακέραια ή αποσπασματική μορφή, τριπτήρες και τριβεία, χάντρες περιδεραίων, ένα δαχτυλίδι με θρησκευτική παράσταση και το τμήμα ενός πήλινου αίγαγρου. Η εύρεση υφαντικών βαρών για όρθιους αργαλειούς εκτιμάται ότι «προδίδουν» τη θέση των γυναικείων διαμερισμάτων, ενώ ένα σημαντικό κομμάτι του συγκροτήματος καταλάμβαναν τα εργαστήρια: το εργαστήριο κεραμικής, με τον υπερμεγέθη κλίβανο, οι χώροι επεξεργασίας της πολύτιμης ορείας κρυστάλλου κ.ά.
H μινωική εγκατάσταση στη Ζώμινθο ανακαλύφθηκε το 1982 από τον αρχαιολόγο Γιάννη Σακελλαράκη, ύστερα από μία τυχαία συνομιλία με έναν ντόπιο βοσκό. Η πρώτη φάση της χρονολογείται γύρω στο 1900 π.Χ., ενώ πιστεύεται ότι άκμασε γύρω στο 1600 π.Χ. και καταστράφηκε από τον μεγάλο σεισμό της Θήρας. Μετά την ερήμωση του συγκροτήματος, γύρω στο 1400 π.Χ., οι Μυκηναίοι ίδρυσαν έναν οικισμό περίπου 100 μέτρα βορειότερα. Αρκετούς αιώνες αργότερα, οι Ρωμαίοι επέλεξαν να εγκαταστήσουν ένα κτίριο-στρατώνα ακριβώς πάνω σε τμήμα του μινωικού κέντρου και σύλησαν μεγάλο μέρος του.
www.kathimerini.gr