Έρευνα που διεξήχθη για το περιστατικό της 2ας Οκτωβρίου, διεπίστωσε ότι το υποβρύχιο έπεσε πάνω σε ένα άγνωστο μέχρι τότε βουνό, όπως ανέφερε η ιστοσελίδα του U.S. Naval Institute (Nαυτικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ), μια εξήγηση που έρχεται να κατευνάσει τις ανησυχίες για πιθανή σύγκρουση με σκάφος άλλης χώρας στον διαφιλονικούμενο θαλάσσιο διάδρομο της Νότιας Σινικής Θάλασσας. Του θέματος έχει επιληφθεί πλέον ο αντιναύαρχος Καρλ Τόμας, διοικητής του Έβδομου Στόλου των ΗΠΑ, προκειμένου να εξετάσει τα δέοντα βήματα.
Η Κίνα ζητά πλήρη διαφάνεια για το συμβάν με το αμερικανικό υποβρύχιο
Σχολιάζοντας τις εξελίξεις το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας απαίτηση «λεπτομερή περιγραφή» του συμβάντος επικαλούμενη ανησυχίες για το σημείο όπου προσέκρουσε το αμερικανικό υποβρύχιο, για πιθανή διαρροή ραδιενέργειας και αρνητικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον. Το περιστατικό «δείχνει πλήρως την ανευθυνότητα των ΗΠΑ», δήλωσε ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Γουάνγκ Γουενμπίν.
Ένδεκα μέλη του πληρώματος τραυματίστηκαν κατά την πρόσκρουση, που προκάλεσε ζημιά στις μπροστινές δεξαμενές έρματος του υποβρυχίου και ανάγκασε τον καπετάνιο του να το ανεβάσει στην επιφάνεια για το επταήμερο ταξίδι του μέχρι το λιμάνι του. Το υποβρύχιο βρίσκεται στην αμερικανική ναυτική βάση στη νήσο Γκουάμ, όπου επισκευάζεται, ενώ το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ έχει τονίσει κατ’ επανάληψη ότι δεν υπέστησαν βλάβες ο πυρηνικός αντιδραστήρας και το σύστημα πρόωσης του σκάφους.
Η σύγκρουση του υποβρυχίου πυροδότησε αρχικά ανησυχίες μήπως υπέστη βλάβες σε κάποια «επαφή» με σκάφος της Κίνας, καθώς οι δύο χώρες έχουν εντείνει τις ναυτικές τους δραστηριότητες στη Νότια Σινική Θάλασσα, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας διεκδικεί το Πεκίνο. Το USS Connecticut είναι ένα από τα τρία υποβρύχια κλάσης Seawolf, που το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ περιγράφει ως «εξαιρετικά αθόρυβα, γρήγορα, καλά εξοπλισμένα και εφοδιασμένα με προηγμένους αισθητήρες». Τα υποβρύχια αυτά διαθέτουν οκτώ τορπιλοσωλήνες και μπορούν να μεταφέρουν έως και 50 τορπίλες.