Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάει σήμερα η Ολομέλεια ένα ακόμα νομοσχέδιο που έχει να κάνει με τη φορολογική διαδικασία. Είναι τμήμα του εθνικού φορολογικού συστήματος - σχεδίου που θέλουμε, επιδιώκουμε και διεκδικούμε και το οποίο οφείλει η Κυβέρνηση όχι μόνο απέναντι στο Κοινοβούλιο, αλλά απέναντι στον ελληνικό λαό, απέναντι στην ανάπτυξη, απέναντι στις ανάγκες τις χώρας.
Αυτή η με τη «μέθοδο του σαλαμιού» εισαγωγή κομματιών του νέου Εθνικού Φορολογικού Συστήματος δεν είναι η καλύτερη. Χρειάζεται, όμως, σίγουρα εξορθολογισμός της φορολογικής διαδικασίας. Αυτό αποπειράται να κάνει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο συζητάμε σήμερα.
Θα ήθελα να κάνω μια γενική παρατήρηση: Υπάρχει, πράγματι, ανάγκη ακόμα και βελτιώσεων διατύπωσης σε αυτό το νομοσχέδιο, γιατί πολλές από τις διατάξεις είναι στριφνές ως προς τη διατύπωση τους και πιθανόν να δημιουργήσουν παρερμηνείες και αδυναμία εξήγησης. Και θα χρειαστούν πολλές εγκύκλιοι προκειμένου να ερμηνευθούν ορισμένες από τις διατάξεις. Θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερη προσοχή όταν νομοθετούμε με έναν τρόπο βιαστικό που δείχνει έλλειψη προετοιμασίας.
Το δεύτερο που θα ήθελα να πω είναι ότι μετά την εισαγωγή του θεσμού του Γενικού Γραμματέα Εσόδων δημιουργείται μια αρχή διοικητική, η οποία είναι και παράγωγος ουσιαστικά δευτεροβάθμιας -έστω- νομοθεσίας κι έχει αυξημένες αρμοδιότητες. Επομένως, μπαίνει ένα σοβαρό ζήτημα λογοδοσίας του συγκεκριμένου Γενικού Γραμματέα Εσόδων στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Θα πρέπει, κύριε Υπουργέ, να προβλεφθεί αυτό το θέμα. Δεν γνωρίζω αν θα προβλεφθεί στο παρόν νομοσχέδιο ή αν θα υπάρξει θέμα αλλαγής του Κανονισμού της Βουλής.
Εν πάση περιπτώσει, όμως, δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται ο κοινοβουλευτικός έλεγχος προς τους Υπουργούς για ζητήματα που κατά αποκλειστική αρμοδιότητα χειρίζεται ο Γενικός Γραμματέας Εσόδων. Θα πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να λύσουμε και το θέμα της λογοδοσίας του Γενικού Γραμματέα Εσόδων.
Όσον αφορά την ουσία των ρυθμίσεων, αγαπητοί συνάδελφοι, θα πρέπει όλοι μας να απαντήσουμε με ειλικρίνεια στο εξής: Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα βελτίωσης της φορολογικής διαδικασίας.
Υπάρχει ένα κρίσιμο ζήτημα για το πώς θα υπάρξει περιορισμός των μεθόδων, των παραθύρων, των χαραμάδων όπου επιτρέπουν σήμερα σε κάποιον να εκμεταλλεύεται όλα αυτά τα κενά και να φοροαποφεύγει ή να φοροδιαφεύγει.
Υπάρχει ανάγκη να θεσπιστούν σοβαροί κανόνες που έχουν να κάνουν με την αξιοπιστία της φορολογικής διοίκησης και αποτρέπουν το επί χρόνια ασκούμενο άθλημα της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής.
Υπάρχει ανάγκη σήμερα σε περίοδο κρίσης να αποκατασταθεί το αίσθημα της δικαιοσύνης απέναντι σε έναν κόσμο που βλέπει ότι ενώ χειμάζεται και είναι ο συνεχώς επιβαρυμένος με φορολογικά μέτρα, κάποιοι άλλοι φοροδιαφεύγουν. Κι αυτό συνεχίζεται και στην περίοδο της κρίσης.
Υπάρχει ανάγκη να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη ανάμεσα στο φορολογούμενο, στη φορολογική διοίκηση και στην πολιτεία.
Σε όλα αυτά τα θέματα οφείλουμε να απαντήσουμε, αλλά να απαντήσουμε στην πράξη και όχι θεωρητικολογώντας.
Ακούω από διάφορες πλευρές ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν ρυθμίζει κατά τρόπο θετικό ζητήματα όπως των εικονικών τιμολογίων, των ενδοομιλικών συναλλαγών. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ακούω ότι υπάρχουν και φωτογραφικές ρυθμίσεις για αυτό το πράγμα.
Ας δούμε, λοιπόν, ποιες είναι οι φωτογραφικές ρυθμίσεις:
Τι έχουμε παρατηρήσει μέχρι τώρα; Έχουμε παρατηρήσει μία αυστηρότητα της φορολογικής διοίκησης και μία αυστηρότητα της φορολογικής νομοθεσίας με την επιβολή υπέρογκων προστίμων, τα οποία δεν μπορούσαν να εισπραχθούν ή αργούσαν να εισπραχθούν. Και όταν πλέον η πολιτεία έφθανε στο σημείο να έχει ξεκαθαρίσει μία υπόθεση και να προβαίνει στην είσπραξη της οφειλής, τότε διαπιστωνόταν ότι αυτός στον οποίο είχε καταλογιστεί ο φόρος, ήταν ανίκανος να τον καταβάλει, είχε φύγει από τη ζωή τούτη.
Ουσιαστικά, λοιπόν, έχουμε μία συσσώρευση ληξιπρόθεσμων οφειλών που φθάνει κάποια δισεκατομμύρια. Και σε αυτό κατά καιρούς επενδύσαμε πολύ -και πολιτικά κόμματα- λέγοντας ότι και μόνο αυτά τα 50 δισεκατομμύρια να εισπράξουμε, θα λύσουμε το πρόβλημά μας. Και αποδεικνυόταν ότι ο θησαυρός ήταν άνθρακας. Και ήταν άνθρακας γιατί είχαμε μία λανθασμένη αντίληψη για το πώς αντιμετωπίζει κανείς τη φοροδιαφυγή και πώς επιβάλλει πρόστιμα.
Έρχεται, λοιπόν, αυτό το νομοσχέδιο να εξορθολογήσει και τη διαδικασία επιβολής των προστίμων, αλλά –εν πάση περιπτώσει- και το ύψος των τόκων και των προστίμων ή προσαυξήσεων.
Όσον αφορά τα εικονικά τιμολόγια, από τα οποία έχει κυριολεκτικά κατακλυστεί η αγορά, υπήρξε μία πρώτη απόπειρα στο προηγούμενο φορολογικό νομοσχέδιο που ψηφίσαμε, με συγκεκριμένη διάταξη που επιβάλλει από κάποιο ύψος συναλλαγής και πάνω να γίνονται μέσω τραπέζης οι πληρωμές, να «χτυπηθούν» τα εικονικά τιμολόγια. Δεν πρέπει να ληφθεί κάποια μέριμνα για όσους είναι λήπτες εικονικών τιμολογίων, οι οποίοι είναι καλόπιστοι λήπτες ή εν πάση περιπτώσει όταν δεν υπάρχει ζημία σε βάρος του δημοσίου; Όταν, δηλαδή, από ένα εικονικό τιμολόγιο το οποίο έχει παραλάβει ένας καλόπιστος λήπτης –και υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις- δεν δημιουργείται ζημία εις βάρος του ελληνικού δημοσίου, μόνο τότε, να είναι επιεικέστερη η μεταχείριση του φορολογουμένου.
Αυτό είναι απόλυτα σωστό. Δεν μπορεί, δηλαδή, όταν δεν έχει προκληθεί ζημία, όταν ο λήπτης του τιμολογίου είναι καλόπιστος, όταν η συναλλαγή μπορεί να είναι εικονική, αλλά δεν έχει προκαλέσει ζημία σε βάρος του δημοσίου, να εξοντώνουμε επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Δεν μπορεί να ακούμε από κάποιους ότι είναι σκανδαλώδης και φωτογραφική αυτή η ρύθμιση, γιατί αφορά συγκεκριμένη βιομηχανία η οποία έχει γίνει λήπτης εικονικών τιμολογίων ή έχει κάνει συναλλαγές οι οποίες μπορεί να είναι εικονικές. Για να μπορεί να έχει αυτή τη μεταχείριση, προϋπόθεση είναι να μην έχει προκληθεί ζημία εις βάρος του δημοσίου. Και για μία ιδεοληψία -τώρα θα ξεκινήσουμε με αυτήν την επιχείρηση- σε λίγο θα κλείνουν οι επιχειρήσεις η μία μετά την άλλη και θα πετάγονται άνθρωποι στο δρόμο. Γιατί; Για μία ιδεοληψία.
Αν έχει προκληθεί ζημία σε βάρος του ελληνικού δημοσίου, ναι, βεβαίως, να μη γίνει καμμία ρύθμιση. Αυτό, όμως, να το αποδείξουμε.
Επίσης, υπάρχει μία σημαντική αλλαγή προς το θετικότερο στις ενδοομιλικές συναλλαγές. Είναι ένα τρομερό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Γίνονται σημαντικά βήματα για τη βελτίωση της φορολόγησης σε αυτήν την περίπτωση.
Επίσης, υπάρχουν και ρυθμίσεις, κύριε Υπουργέ, οι οποίες δημιουργούν ερωτηματικά και θα πρέπει να έχουμε απαντήσεις. Λέτε ότι μετά την πενταετία θα υπάρχει παραγραφή, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες, τις κατηγορίες ή τους φορολογούμενους που με απόφασή του ο Γενικός Γραμματέας Εσόδων μπορεί να ανατρέχει και πριν από μία εικοσαετία.
Και ρωτάμε το εξής: Εάν υπάρχει παραγραφή σε μία πενταετία και άρα δεν υπάρχει και υποχρέωση στο φορολογούμενο να διατηρεί τα στοιχεία του ή να τα διατηρεί παραπάνω από μία πενταετία -αναφέρομαι στο προηγούμενο χρονικό διάστημα, το οποίο ανατρέχει μέχρι το 2000-, τι νόημα έχει να γυρίσουμε στο 2000, να ανοίγουμε λογαριασμούς, να κάνουμε διασταυρώσεις στοιχείων, όταν ο φορολογούμενος δεν είναι υποχρεωμένος να κρατήσει για μία πενταετία τα στοιχεία του και θα έρθει να σου πει «αυτό που βρήκες στην τράπεζα, την κατάθεσή μου μου την είχε δώσει ο κύριος τάδε, εγώ την είχα γράψει στα στοιχεία μου τότε, αλλά τώρα τα πέταξα, τα έσκισα, δεν είμαι υποχρεωμένος να τα κρατήσω». Επομένως, δεν θα έχει απόδοση αυτή η δουλειά που κάνουμε σήμερα. Πρότασή μου, λοιπόν, είναι η πενταετία παραγραφής να αρχίσει από εδώ και πέρα. Να μην πιάσει και το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Εάν, λοιπόν, από το 2000 και έπειτα, που ίσχυε η δεκαετής παραγραφή, δεν ακουμπήσει αυτή η διάταξη, εμείς είμαστε σύμφωνοι. Όμως, δεν μπορούμε να δώσουμε συγχωροχάρτι με αυτόν τον τρόπο σε κανέναν. Θα πάει πίσω ο έλεγχος των στοιχείων. Από το 2010 μέχρι σήμερα δεν πιστεύω ότι πρέπει να δοθεί καμία παραγραφή, διαφορετικά δεν έχουν κανένα νόημα οι διασταυρώσεις και τα ανοίγματα λογαριασμών που κάνουμε. Δεν ξέρω μήπως έχω κάνει λάθος σε αυτό που έχω καταλάβει, αλλά θεωρώ ότι η διατύπωση πρέπει να είναι σαφής: πενταετής παραγραφή από εδώ και πέρα. Από το 2000 μέχρι σήμερα καμία παραγραφή, έλεγχος ακριβώς για να έχουν αποτέλεσμα οι διασταυρώσεις.
Επίσης, όσον αφορά την αλληλέγγυα ευθύνη, υπάρχουν σοβαρά προβλήματα. Καταλαβαίνω την ανάγκη να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότερο υπεύθυνοι νομικά πρόσωπα, τα οποία με διάφορους τρόπους είτε διαλύονται είτε επιλέγουν άλλες δόλιες μεθόδους να φοροαποφεύγουν ή να φοροδιαφεύγουν. Καταλαβαίνω, επίσης, την ανάγκη να βρίσκετε όσο το δυνατόν περισσότερο αλληλέγγυα υπεύθυνους, προκειμένου το κράτος να μη χάσει έσοδα. Για σκεφτείτε και μία πρόταση που είχε γίνει και στο παρελθόν: Όταν κάποιος σε μία ομόρρυθμη εταιρεία, ο ένας εταίρος, έχει τη βούληση να πληρώσει το ποσοστό του, δεν είναι σωστό αντί να χάνει και το δημόσιο έσοδα, αντί να δεσμεύουμε όλους τους εταίρους ή τους υπεύθυνους σε μία εταιρεία και αυτούς που έχουν τη βούληση να πληρώσουν -σου λέει ο άλλος «εγώ το μερτικό μου, αυτό που μου αντιστοιχεί είτε είμαι μέλος του διοικητικού συμβουλίου είτε είμαι ομόρρυθμος εταίρος ή οτιδήποτε άλλο, θέλω να το πληρώσω»- να δίνουμε τη δυνατότητα να πληρώνει αυτός που θέλει ό,τι οφείλει και να μην μπλοκάρεται και δεσμεύεται συνεχώς; Δεν ξέρω πώς μπορούμε να κάνουμε αυτήν τη διάταξη. Πιστεύω ότι είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να το εξετάσετε και να το αντιμετωπίσετε.
Όσον αφορά την αναγκαστική εκτέλεση, ακούστηκαν πολλά πράγματα τα οποία είναι και υπερβολικά κυρίως από πλευράς της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Ακούστηκε ότι το άρθρο που αφορά τη λήψη μέτρων διασφάλισης έχει ως αποτέλεσμα να δεσμεύεται η περιουσία ακόμα και ενός φορολογουμένου που χρωστάει 1.000 ευρώ και ότι έτσι παίρνουμε τα σπίτια των ανθρώπων. Εδώ θα πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάτι. Και η κοινή γνώμη επειδή παραπληροφορείται, πολλές φορές λέει το εξής: Τι να το κάνω εγώ που τον τάδε τον βάλατε φυλακή; Θα φέρει πίσω τα κλεμμένα; Θα του πάρετε την περιουσία, την οποία έχει αποκτήσει με παράνομο τρόπο; Κύριοι συνάδελφοι, απαντήστε. Θα του πάρουμε την περιουσία που έχει αποκτήσει με παράνομο τρόπο;
Τι λέει, λοιπόν, αυτή η διάταξη; Ορίζει ότι δεσμεύονται. Αυτό είναι συντηρητική κατάσχεση. Θα γίνει συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας αυτών σε βάρος των οποίων επίκειται να επιβληθεί φόρος και από τους οποίους κινδυνεύει το κράτος είτε γιατί θα φύγουν είτε γιατί θα κάνουν μία μεταβίβαση η οποία θα τους αποξενώσει από αυτήν την περιουσία; Γι' αυτούς τους λόγους πρέπει το κράτος να έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στο μέτρο της συντηρητικής κατάσχεσης σε περιουσιακά στοιχεία όσων συστηματικά φοροδιαφεύγουν και είναι τα γνωστά -αν θέλετε- «λαμόγια» τα οποία όλοι μας θέλουμε να εντοπίσουμε και την περιουσία των οποίων πρέπει σε πρώτη φάση να δεσμεύσουμε.
Στην αναγκαστική κατάσχεση, όμως, κύριε Υπουργέ, θα πρέπει να μπουν κάποια όρια.
Όταν προχωρούμε δηλαδή στο μέτρο της αναγκαστικής εκτέλεσης, δεν μπορούμε να το αφήσουμε στη διακριτική ευχέρεια εκείνου που μπορεί να είναι αυστηρός, μπορεί να ευθυνόφοβος και να έχουμε περιπτώσεις που να προβαίνει σε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος ανθρώπων που είναι φτωχοί ή ανήμποροι για να μπορέσουν να ανταποκριθούν.
Έτσι, λοιπόν, θα πρέπει να βάλουμε κάποια όρια και όσον αφορά την εισοδηματική κατάστασή τους, το ύψος των καταθέσεων...
...το ακατάσχετο ίσως από κάποιο ύψος και κάτω καταθέσεων, έτσι ώστε να ξεχωρίσουμε τις κατηγορίες αυτών που έχουν τη δυνατότητα και δεν πληρώνουν γιατί είναι εκ συστήματος απατεώνες ή γιατί θέλουν να κάνουν ακτιβισμό ή δεν ξέρω για ποιον άλλο λόγο, από εκείνους που πραγματικά δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν και τους οποίους το κράτος οφείλει να προστατεύσει.
Στη δευτερολογία μου θα μπορέσω να πω κάποια πράγματα παραπάνω. Θεωρώ ότι ορισμένες απ' αυτές τις παρατηρήσεις, κύριε Υπουργέ, καλό να τις λάβετε υπ' όψιν σας, προκειμένου να βελτιώσουμε ορισμένες από τις διατάξεις του νομοσχεδίου.
Σας ευχαριστώ.