για τα Θέματα των Ατόμων με Αναπηρία της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με θέμα: «Ειδική Αγωγή και Εκπαιδευτικοί» όπου ανέπτυξε τις θέσεις και τις προτάσεις της Δ.Ο.Ε. και συγχρόνως άσκησε κριτική στο υπό διαμόρφωση Νομοσχέδιο.
Υπενθυμίζουμε, ότι οι θέσεις της Ομοσπονδίας διαμορφώθηκαν μετά από διάλογο και σύνθεση απόψεων με τους φορείς της εκπαίδευσης και της κοινωνίας.
Στην τοποθέτηση του ο κ. Κόκκινος επισήμανε αναλυτικά:
«Το νέο σχέδιο νόμου της Ειδικής Αγωγής δόθηκε στη δημοσιότητα τη Μ. Τετάρτη, 16 Απριλίου 2014, δίχως, για μια ακόμη φορά, να δοθεί επισήμως και εγκαίρως στο Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. ώστε να αναπτυχθεί ο απαραίτητος γόνιμος διάλογος. Παρά αυτό το γεγονός απευθυνθήκαμε στην πολιτική ηγεσία ζητώντας την πραγματοποίηση συνάντησης ώστε να συζητηθεί αναλυτικά το σχέδιο νόμου, με στόχο να μετουσιωθεί σε έναν νόμο πραγματικά χρήσιμο για την Ειδική Αγωγή. Παράλληλα το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. έχει γίνει αποδέκτης προτάσεων από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς κι έχει προχωρήσει και σε συναντήσεις με αρκετούς απ' αυτούς. Κοινός τόπος όλων μας η ανησυχία ότι και αυτός ο νόμος δεν πρόκειται να δώσει λύση στο βασικότερο πρόβλημα της Ειδικής Αγωγής, τη δυνατότητα όλων των μαθητών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες να αποκτήσουν πρόσβαση στη δημόσια εκπαίδευση εντασσόμενοι στο εκπαιδευτικό σύστημα δίχως αποκλεισμούς και κατηγοριοποιήσεις.
Βασική προϋπόθεση για να επιτευχθεί το παραπάνω, είναι πρώτα απ' όλα το να δοθούν όλα τα απαραίτητα κονδύλια ώστε να γίνουν πράξη τα κατάλληλα κτίρια, η δυνατότητα μεταφοράς των μαθητών και ο μόνιμος διορισμός όλου του απαραίτητου προσωπικού (Εκπαιδευτικοί, Ειδικό Εκπαιδευτικό και Βοηθητικό Προσωπικό). Θυμίζουμε, για μια ακόμη φορά, το τραγικό φαινόμενο οι συνάδελφοί μας απόφοιτοι των πανεπιστημιακών σχολών Ειδικής Αγωγής να εργάζονται επί σειρά πολλών ετών ως αναπληρωτές και καμία πρόβλεψη να μην υπάρχει ακόμη και σήμερα, που αναπτύσσεται όλη αυτή η συζήτηση, ώστε να πραγματοποιηθεί διαγωνισμός ΑΣΕΠ για το μόνιμο διορισμό τους στην εκπαίδευση. Από την άλλη η όλο και πιο συρρικνωμένη χρηματοδότηση προς το Δημόσιο Σχολείο καθιστά σχέδια επί χάρτου τις όποιες προτάσεις υπάρχουν στην κατεύθυνση της επίλυσης των προβλημάτων τόσο σε επίπεδο δομών όσο και σε επίπεδο σχεδιασμού της λειτουργίας της Ειδικής Αγωγής.
Σε μια προσπάθεια να φανούμε χρήσιμοι ώστε να προκύψουν κάποιες θετικές εξελίξεις για τον ευαίσθητο χώρο της Ειδικής Αγωγής, θα αποφύγουμε τον εύκολο δρόμο της συλλήβδην απόρριψης του νομοσχεδίου, κάτι που θα μπορούσαμε αβασάνιστα να κάνουμε επικεντρώνοντας τόσο στην απουσία, αποδεδειγμένα, ειλικρινών προθέσεων από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας όσο και στην αποσπασματικότητα και προχειρότητα που διακρίνει πολλά σημεία του. Θα εστιάσουμε στα σημεία που μπορεί να αποβούν θετικά και σε αυτά που πρέπει να βελτιωθούν ή και να αλλάξουν τελείως.
Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. έχει να παρατηρήσει , σε επίπεδο βασικών αρχών και σημείων, αναμένοντας την, απαραίτητη, συνάντηση με την πολιτική ηγεσία ώστε να υπάρξει μια ουσιαστική και αναλυτική συζήτηση, τα παρακάτω:
• Η Ειδική Αγωγή θα πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι είναι κομμάτι, προέκταση της Γενικής Εκπαίδευσης. Έτσι μόνον θα γίνει δυνατό να εναρμονιστεί το εκπαιδευτικό σύστημα με την πολιτική της ένταξης και των ίσων ευκαιριών τόσο σε επίπεδο δομών και προγραμμάτων στα πλαίσια ενός ενιαίου εκπαιδευτικού πλαισίου, όσο και σε επίπεδο αντιμετώπισης και εκπαίδευσης των παιδαγωγών όχι ως ξεχωριστών κλάδων αλλά ως εκπαιδευτικών για όλους τους μαθητές με την ταυτόχρονη ύπαρξη εξειδικευμένης επιστημονικής κατάρτισης αυτών που αναλαμβάνουν την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
• Στα πλαίσια αυτά, για να μιλάμε για πολιτική ένταξης των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στη Γενική Εκπαίδευση θα πρέπει να υπάρχει σε κάθε σχολική μονάδα η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή, το απαραίτητο Ειδικό Εκπαιδευτικό (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί) και Βοηθητικό προσωπικό και, φυσικά, με οργανική θέση στη σχολική μονάδα Εκπαιδευτικός Ειδικής Αγωγής.
• Απαραίτητη είναι η δημιουργία και νέων Τμημάτων Ένταξης κι όχι φυσικά το κλείσιμο αυτών που ήδη λειτουργούν στα πλαίσια των περικοπών και των συγχωνεύσεων.
• Ο θεσμός της παράλληλης στήριξης όχι μόνο δεν πρέπει να συρρικνωθεί, όπως συμβαίνει με τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου, αλλά να ενισχυθεί. Είναι απαραίτητο να ξεκαθαριστεί ότι η παράλληλη στήριξη είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση από το Τμήμα Ένταξης. Ο εκπαιδευτικός της παράλληλης στήριξης, ως δεύτερος εκπαιδευτικός της γενικής τάξης, θα πρέπει να τοποθετείται στο σχολείο ανεξάρτητα από την ύπαρξη Τμήματος Ένταξης. Η πρόβλεψη του σχεδίου νόμου, μόνο ένας εκπαιδευτικός να τοποθετείται σε πρόγραμμα παράλληλης στήριξης σε κάθε σχολείο (ο οποίος, αναπόφευκτα, θα λειτουργεί σε πολλές τάξεις και μαθητές), δημιουργεί κενά στην εκπαιδευτική παρέμβαση και καθιστά το πρόγραμμα συνεκπαίδευσης ανενεργό, αφού ο εκπαιδευτικός δε θα μπορεί να βρίσκεται κοντά στο μαθητή. Σαφώς, ο ρόλος του εκπαιδευτικού παράλληλης στήριξης δεν είναι αυτός της φύλαξης ή εξυπηρέτησης του παιδιού, όπως ορθά ορίζεται, αλλά θα πρέπει να έχει τον απαραίτητο χρόνο με το μαθητή ώστε να είναι ουσιαστική η ενίσχυσή του.
• Είναι κομβικής σημασίας το να επιλυθεί το πολύ μεγάλο πρόβλημα της έγκαιρης διάγνωσης. Για να μπορέσει να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει τα ΚΕΔΔΥ να είναι στελεχωμένα με το απαραίτητο μόνιμο προσωπικό και, φυσικά, θα πρέπει ο αριθμός τους, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, να πολλαπλασιαστεί, ώστε να σταματήσει το απαράδεκτο φαινόμενο της, επί σειράς ετών, αναμονής για διάγνωση.
Χρήσιμος μπορεί να αποδειχτεί ο θεσμός των ΕΔΕΑΥ, όχι όμως με τη στελέχωσή τους από μέλη των ΣΜΕΑ αλλά από μόνιμο, αποκλειστικό προσωπικό μέσα από διορισμούς και η λειτουργία τους θα πρέπει να συνδεθεί τόσο με τα ΚΕΔΔΥ όσο και με τις ΣΜΕΑΕ. Στις συνεδριάσεις της ο δάσκαλος της τάξης θα πρέπει να συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου, αφού αυτός θα είναι ο βασικός φορέας εφαρμογής του προγράμματος.
Θα πρέπει στα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα να προβλεφθεί η ύπαρξη εκπαιδευτικού Ειδικής Αγωγής.
Με όλες τις παραπάνω προβλέψεις θα είναι εφικτή και η ρύθμιση, η διάγνωση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών να γίνεται μόνο από δημόσιους φορείς.
• Τα Ειδικά Σχολεία θα πρέπει να ενισχυθούν και να αυξηθούν ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν, ουσιαστικά, στο ρόλο τους. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να προβλεφθεί ο αριθμός των μαθητών με αναπηρία που φοιτά σε κάθε τάξη του Ειδικού Σχολείου να μην υπερβαίνει τους τρεις (προβλέπονταν ήδη στην υπουργική απόφαση Αριθμ. 117303/Γ6 Αρ. Φύλλου 2105,30 Οκτωβρίου 2007). Θα πρέπει, επιτέλους, να δοθεί σημασία στη λύση του κτιριακού προβλήματος (τα περισσότερα Ειδικά Σχολεία στεγάζονται σε κτίρια εντελώς ακατάλληλα) καθώς και της υλικοτεχνικής υποδομής. Τεράστια σημασία έχει και η επίλυση του ζητήματος της μεταφοράς των μαθητών όπου τα προβλήματα που υπάρχουν αποτελούν έναν ακόμη παράγοντα μη φοίτησης των μαθητών στα Ειδικά Σχολεία.
Δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης για το νέο σχέδιο νόμου έχει αφιερωθεί στο κομμάτι των υπηρεσιακών – εργασιακών σχέσεων και μεταβολών των εκπαιδευτικών. Οι ρυθμίσεις στον τομέα αυτό, μοιραία, συναντούν αντικρουόμενες αντιδράσεις αφού επί σειρά ετών η, όποια, πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας έχει «φροντίσει» να δημιουργήσει συνθήκες κατακερματισμού και κατηγοριοποίησης των εκπαιδευτικών που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στη Ειδική Αγωγή, ικανοποιώντας αιτήματα ομάδων για μικροπολιτικούς λόγους.
Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση σωστής λειτουργίας της Ειδικής Αγωγής την εξασφάλιση συνθηκών ισότιμης αντιμετώπισης των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στις δομές της. Η ισότιμη αντιμετώπιση προϋποθέτει, βέβαια, τον άμεσο διορισμό των συναδέλφων αποφοίτων των Παιδαγωγικών Τμημάτων Ειδικής Αγωγής που εδώ και πολλά χρόνια προσφέρουν έργο ως αναπληρωτές. Η άδικη και άνιση αυτή μεταχείριση θα πρέπει να τερματιστεί.
Από εκεί κι έπειτα έχουμε να τονίσουμε τα παρακάτω:
• Μεγάλη ανησυχία κι ένταση έχει δημιουργήσει ο χαρακτηρισμός ως ΠΕ 60.50 και ΠΕ 70.50 των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στην Ειδική Αγωγή. Οι διαβεβαιώσεις που, προφορικά, δίνονται ότι αυτό αποτελεί μια «χρηστικού» χαραχτήρα ρύθμιση, θα πρέπει να επιβεβαιωθούν με την πλήρη αποσαφήνιση, αν όχι απάλειψη του όρου, του ότι αυτός ο χαρακτηρισμός δεν αποτελεί έναρξη δημιουργίας ξεχωριστού κλάδου αλλά έχει, όντως, χρηστικό καθαρά χαρακτήρα. Θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι οι εκπαιδευτικοί ΠΕ 60 και ΠΕ 70 που υπηρετούν στην Ειδική Αγωγή συνεχίζουν να έχουν το ίδιο υπηρεσιακό καθεστώς που μέχρι σήμερα είχαν (δικαίωμα μετάθεσης από και προς τη Γενική Αγωγή καθώς και δικαίωμα ανάληψης θέσης ευθύνης σε δομές της).
• Η μετατροπή των οργανικών θέσεων που κατέχουν στην Ειδική Αγωγή οι εκπαιδευτικοί ΠΕ60 και ΠΕ70 με την αφυπηρέτησή τους σε ΠΕ61 και ΠΕ71 χρήζει, επίσης, αλλαγής ως ρύθμιση ώστε να μην περιορίζεται η ελεύθερη πρόσβαση όλων των εκπαιδευτικών της ΕΑΕ σ' αυτές. Το ίδιο ισχύει και για την πρόταξη των εκπαιδευτικών ΠΕ 61 και ΠΕ 71 στη διαδικασία των μεταθέσεων (ας τους διορίσουν, όμως, πρώτα). Θεωρούμε ότι είναι αναγκαία η ενιαία και ισότιμη αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών και στο κομμάτι που αφορά τις μεταθέσεις με θεσμοθέτηση δίκαιης και αντικειμενικής μοριοδότησης. Οι μεταθέσεις και οι αποσπάσεις να γίνονται όπως στη Γενική Αγωγή . Να μην ισχύει 3ετής υποχρεωτική παραμονή μετά τη μετάθεση αλλά 1 έτος όπως στη Γενική Αγωγή.
• Ενώ είναι ορθός ο νέος τρόπος πρόσληψης αναπληρωτών με πρόταξη του βασικού πτυχίου και μοριοδότηση όλων των άλλων, κάτι που αποτελούσε και θέση της Δ.Ο.Ε., θεωρούμε λάθος την κατάργηση του πίνακα Α για τους αναπληρωτές γιατί δημιουργεί αξεπέραστες δυσκολίες στους εκπαιδευτικούς με σοβαρά προβλήματα υγείας (67% και άνω). Πιστεύουμε πως θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι συνάδελφοι δε θα βρεθούν εκτός εκπαίδευσης εξ αιτίας της αδυναμίας τους να εργαστούν μακριά από το οικογενειακό τους περιβάλλον το οποίο τους στηρίζει.
• Κρύβει κινδύνους η διατύπωση της παρ.3 άρθρο 16 «δύνανται να προσφέρουν εκπαιδευτικό έργο και σε μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες άλλων σχολείων», για τους εκπαιδευτικούς της ΕΑΕ, αφού μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μετατροπή των εκπαιδευτικών σε «περιοδεύοντες» ανά τα σχολεία, κάτι που θα οδηγήσει στην υποβάθμιση του έργου των εκπαιδευτικών.
• Δεν υφίσταται καμία ανάγκη ύπαρξης των ΠΥΣΕΕΠ και ΚΥΣΕΕΠ. Τα αντίστοιχα ΑΠΥΣΠΕ – ΑΠΥΣΔΕ και ΚΥΣΠΕ – ΚΥΣΔΕ έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στο έργο τους, στα πλαίσια της ενιαίας αντιμετώπισης όλων των εμπλεκόμενων στις διαδικασίες της Ειδικής Αγωγής .
• Οι εκπαιδευτικοί του κλάδου ΠΕ11.01 είναι απόφοιτοι Τμημάτων Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού έχουν δηλαδή βασικό πτυχίο κλάδου ΠΕ11(Φυσικής Αγωγής) για το λόγο αυτό μπορούν να εργαστούν με οποιαδήποτε σχέση εργασίας μόνιμοι ή αναπληρωτές και στην Γενική Αγωγή. Δε θα πρέπει να λοιπόν να αντιμετωπίζονται όπως οι εκπαιδευτικοί των κλάδων ΠΕ71 και ΠΕ61 που το βασικό τους πτυχίο είναι στην Ειδική Αγωγή. Κατά συνέπεια οι εκπαιδευτικοί ΠΕ11 που εντάσσονται στον κλάδο ΠΕ11.01 (Καθηγητών Φυσικής Αγωγής με κύρια ειδικότητα στην ΕΑΕ) θα πρέπει να έχουν δικαίωμα διορισμού ως μόνιμοι ή αναπληρωτές και στην Γενική Αγωγή και το ίδιο θα πρέπει να ισχύει για τους μόνιμους σε ότι αφορά το δικαίωμα μετάθεσης ή απόσπασης. Επίσης ενώ σύμφωνα με τον ν.3699/2008 οι εκπαιδευτικοί του κλάδου ΠΕ11.01 μπορούν να τοποθετηθούν σε προγράμματα παράλληλης στήριξης κατά τη διάρκεια του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής και παροχής διδασκαλίας στο σπίτι (άρθρο 20, παρ.1.3) καθώς και σε θέσεις Εκπαιδευτικού Προσωπικού στα ΚΕΔΔΥ (άρθρο 12, παρ.3) με το νέο νόμο δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο στα αντίστοιχα άρθρα (άρθρο 6 παρ.,1 περ. β και άρθρο 13, παρ.3 αντίστοιχα)
• Με το σχέδιο νόμου το ωράριο των Διευθυντών 6/θέσιων και άνω ΣΜΕΑΕ γίνεται ανάλογο των διευθυντών 12/θεσίων σχολείων . Πρέπει να ληφθεί ανάλογη μέριμνα και για τους Διευθυντές – Προϊσταμένους και μικρότερων Ειδικών Σχολείων . Επίσης για την οργανικότητα ενός Ειδικού Σχολείου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και ο αριθμός των οργανικών θέσεων ΕΕΠ .
• Αναφέρεται στο σχέδιο νόμου ότι «οι διευθυντές των ΣΜΕΑΕ των οποίων το σχολείο αποτελεί και κέντρο στήριξης ενός ΣΔΕΥ , ο χρόνος απασχόλησης τους στο Δίκτυο, λογίζεται χρόνος διδακτικών καθηκόντων.» Αυτό είναι εντελώς αόριστο γιατί ο χρόνος ενασχόλησης με το δίκτυο δεν προκύπτει ούτε από το πρόγραμμα της ΣΜΕΑΕ ούτε από το πρόγραμμα των ΕΔΕΑΥ. Πρέπει να οριστεί με σαφήνεια πόσες ώρες αντιστοιχούν στην ενασχόληση με το δίκτυο και να γίνει ανάλογη μείωση από το διδακτικό ωράριο ή να ορίζεται αντιστοίχηση ωραρίου Διευθυντή – Προϊσταμένου ΣΔΕΥ με Διευθυντή πολυθεσίου .
• Είναι απαραίτητη η κάλυψη με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, όλων των κενών οργανικών θέσεων εκπαιδευτικών, ΕΕΠ και ΕΒΠ στην ΕΑΕ. Χρειάζεται επίσης να εκλείψει πλέον το φαινόμενο της διαρκούς ομηρίας των αναπληρωτών που κάθε χρόνο αγωνιούν για το δικαίωμα στην εργασία αλλά και το απαράδεκτο των προσλήψεων μέσω ΟΑΕΔ.
Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. επιχειρεί με το κείμενο αυτό να προσεγγίσει τα βασικά σημεία του σχεδίου νόμου. Υπάρχει ανάγκη για εκτενή και σοβαρή συζήτηση και για υπεύθυνες αποφάσεις.
Το νέο σχέδιο νόμου για την Ειδική Αγωγή πέρα από τις πολύ σοβαρές αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν ώστε να γίνει χρήσιμο για την εκπαίδευση, είναι καταδικασμένο να κινείται εντός των ασφυκτικών πλαισίων των πολιτικών που, με πρόσχημα τις μνημονιακές επιταγές, έχουν υποβαθμίσει και συνεχίζουν να υποβαθμίζουν το αγαθό της Δημόσιας Δωρεάν Εκπαίδευσης. Καλούμε, για μια ακόμη φορά, την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου να επιτελέσει το καθήκον της υπηρετώντας την εκπαίδευση των μαθητών και το εκπαιδευτικό έργο» .
- Σήμερα, 2/6/2014, ο κ. Κόκκινος μεταβαίνει στη Ρόδο όπου στις 19:00 θα παρευρεθεί και θα μιλήσει (με την ιδιότητα του Προέδρου της Δ.Ο.Ε.) στο Εργατικό Κέντρο Ρόδου, σε εκδήλωση που διοργανώνει ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Προσχολικής Αγωγής Ρόδου με θέμα: « Υπηρεσιακές Μεταβολές και Αξιολόγηση» μαζί με τους αιρετούς του κλάδου κ. Παληγιάννη Βασίλη και κ. Μπράτη Δημήτρη.