Η νόσος (Chytridiomycosis), που κατατρώει το δέρμα σε βατράχους, σαλαμάνδρες και άλλα αμφίβια, πλήττει περισσότερες από 60 χώρες, με το σοβαρότερο πρόβλημα στην Αυστραλία, στην Κεντρική και στη Νότια Αμερική. Η Ευρώπη έχει επίσης πληγεί, αλλά σε μικρότερο βαθμό.
Οι ερευνητές από πολλές χώρες, με επικεφαλής τον δρ Μπεν Σιλ της Σχολής Περιβάλλοντος του Αυστραλιανού Εθνικού Πανεπιστημίου, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», εκτιμούν ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη απώλεια βιοποικιλότητας που έχει ποτέ υπάρξει εξαιτίας μίας και μόνο ασθένειας. Ο μύκητας θεωρείται πλέον ένα από τα πιο καταστροφικά είδη-εισβολείς παγκοσμίως, συμβάλλοντας -μαζί με τους ανθρώπους- στην έκτη μεγάλη εξαφάνιση ειδών στην ιστορία της Γης.
Ο μύκητας (Chytrid ή Batrachochytrium dendrobatidis) που είναι υπεύθυνος, πιθανώς, ξεκίνησε την καταστροφική πορεία του κατά τη δεκαετία του 1980 από την Ασία, όπου τα ντόπια αμφίβια φαίνεται να έχουν αναπτύξει ανθεκτικότητα απέναντι του, ενώ χάρη στην παγκοσμιοποίηση και στο διεθνές εμπόριο έχει βρει ευκαιρίες να εξαπλωθεί διεθνώς, καθώς οι άνθρωποι συνεχώς μεταφέρουν φυτά και ζώα από το ένα μέρος στο άλλο.
Πολλά ακόμη είδη αμφίβιων βρίσκονται στο χείλος της εξαφάνισης εξαιτίας του μύκητα μέσα στα επόμενα δέκα έως 20 χρόνια, σύμφωνα με τις δυσοίωνες εκτιμήσεις των επιστημόνων. Από την άλλη, διαφαίνονται ακτίνες ελπίδας, καθώς μειώνεται σταδιακά ο αριθμός των νέων ειδών που πλήττονται από τον μύκητα, σύμφωνα με το ΑΠΕ - ΜΠΕ.
Δυστυχώς, ο μύκητας δεν είναι η μόνιμη θανάσιμη απειλή για τα αμφίβια, τα οποία επίσης απειλούνται από την απώλεια των ενδιαιτημάτων τους και την κλιματική αλλαγή.