Συγκεκριμένα στην ερώτηση του ο Νίκος Χουντής αναφέρεται στις έντονες ανησυχίες και αντιδράσεις από τους κατοίκους και φορείς της ευρύτερης περιοχής της Χαλκιδικής για το επενδυτικό σχέδιο μεταλλείων χρυσού. Τονίζει την αρνητική γνωμοδότηση του Δασαρχείου Αρναίας όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι οι συγκεκριμένες δραστηριότητες, θα προξενήσουν στο δασικό οικοσύστημα της συγκεκριμένης θέσης αλλά και της ευρύτερης περιοχής, καταστροφές ανεπανόρθωτες και μη αναστρέψιμες.
Στη συνέχεια της ερώτησης του επισημαίνει την απάντηση της Κομισιόν σε προηγούμενη ερώτηση του, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές θα ζητηθούν πρόσθετες πληροφορίες ώστε να ελεγχθεί κατά πόσον έχουν τηρηθεί οι σχετικές απαιτήσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2006/21/ΕΚ».
Καταλήγοντας στην ερώτηση του ο Νικος Χουντής αφού ζητάει από την Κομισιόν να πληροφορηθεί αν έχουν τηρηθεί οι σχετικές απαιτήσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2006/21/ΕΚ για το εν λόγω έργο, την καλεί να πάρει θέση για τη γνωμοδότηση του Δασαρχείου Αρναίας και να παρέμβει άμεσα προκειμένου να προστατέψει το περιβάλλον αλλά και την υγεία των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής της Χαλκιδικής.
Ακολουθεί δήλωση του Νίκου Χουντή :
«O κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, ως τέως Υπουργός Οικονομικών, αφού «έσωσε» την οικονομία με την υπογραφή του Μνημονίου, τώρα ως νέος Υπουργός Περιβάλλοντος καταγράφει μια νέα, διπλή αυτή τη φορά, «επιτυχία». Με την υπογραφή της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων για την επένδυση της «Ελληνικός Χρυσός» στη Χαλκιδική, «σώζει» ταυτόχρονα και το περιβάλλον και την οικονομία, ανάβοντας το πράσινο φως για μια νέα αποικιοκρατική σύμβαση και την ανεπανόρθωτη καταστροφή του περιβάλλοντος».
19.07.2011 Το Γραφείο Τύπου
Προς τoυς κ.κ. Υπουργούς
- Οικονομικών
- Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας
Θέμα: Ποια είναι τα έσοδα του Ελληνικού κράτους από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα και ποια τα οφέλη του δημοσίου από τις προκλητικές φοροαπαλλαγές του εφοπλιστικού κεφαλαίου;
Σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού για το έτος 2011 και με βάση τον κωδικό εσόδων 0141, ο φόρος των πλοίων για το 2011 υπολογίζεται στο ποσό των 12 εκατομμυρίων ευρώ. Αντίστοιχα, σύμφωνα με προσωπική έρευνα, η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) πλοίων, η οποία είναι επιφορτισμένη με την είσπραξη εσόδων που αφορούν στην ναυτιλιακή δραστηριότητα, βεβαίως το έτος 2009 έσοδα της τάξης των 278.963.851€, από τα οποία εισπράχθηκαν τα 184.220.653€ ενώ το ποσό των 94.743.197€ αποτελούσε υπόλοιπο προς είσπραξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτά τα έσοδα τα οποία βεβαίωσε η ΔΟΥ πλοίων από την φορολογία της ναυτιλιακής δραστηριότητας είναι ισόποσα ή και λιγότερα συγκρινόμενα με τα αντίστοιχα έσοδα που βεβαιώνονται από ΔΟΥ λαϊκών συνοικιών της Αθήνας, οι οποίες είναι επιφορτισμένες κατά κύριο λόγο με τη φορολόγηση μισθωτών και μικρών τοπικών επιχειρήσεων. Την ίδια στιγμή, το ισχυρό Ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο, βρίσκεται στην πρώτη θέση διεθνώς τόσο με όρους χωρητικότητας κατέχοντας το 14,33% της παγκόσμιας ναυτιλίας όσο και με κριτήριο τις παραγγελίες νέων πλοίων με 490 πλοία (άνω των 1.000 gt).
Η βασική αιτία για την οποία το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο, αν και το πλέον ισχυρό σε όλο τον κόσμο συνεισφέρει ελάχιστους φόρους, είναι η θέσπιση σειράς «νόμιμων» φοροαπαλλαγών από τις Ελληνικές κυβερνήσεις. Στον προϋπολογισμό του 2011 προβλέπονται 56 διαφορετικές κατηγορίες φοροαπαλλαγών, οι οποίες μάλιστα δεν κοστολογούνται όπως άλλες κατηγορίες φοροαπαλλαγών, προκειμένου να γνωρίζει η Ελληνική πολιτεία τις απώλειες των δημόσιων εσόδων από την θέσπιση τους. Μεταξύ αυτών και η απαλλαγή από φόρο για τα καύσιμα ή πιο χαρακτηριστική η απαλλαγή από ΦΠΑ.
Η επίσημη δικαιολογία που επικαλούνται οι Ελληνικές κυβερνήσεις για τη σκανδαλώδη χορήγηση των φοροαπαλλαγών προς το εφοπλιστικό κεφάλαιο είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής σημαίας και η εισροή συναλλάγματος. Ωστόσο, τα τελευταία πολλά χρόνια, παρά τα κίνητρα που χορηγούνται ...μεγαλόψυχα και παρά τη μείωση της συμμετοχής των Ελλήνων ναυτικών στις συνθέσεις των πληρωμάτων, το Ελληνικό νηολόγιο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και δεν ενισχύεται. Ενδεικτικά για το μήνα Μάιο του 2011, η δύναμη του ελληνικού εμπορικού στόλου από πλοία 100 ΚΟΧ κι άνω παρουσίασε μείωση κατά 3,2%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη δύναμη του Μαΐου 2010. Μεγάλο μέρος του εισαγόμενου συναλλάγματος επανεξάγεται σχεδόν αμέσως και δεν υπάρχει κανένα αξιόπιστο στοιχείο που να αποδεικνύει σημαντικό δημόσιο όφελος. Τέλος, υπογραμμίζουμε ότι όλα αυτά αφορούν μόνο στις «νόμιμες» φοροαπαλλαγές, γιατί παρά ταύτα η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή και στον ναυτιλιακό κλάδο καλά κρατεί...
Με βάση τα παραπάνω, ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1. Ποια είναι αναλυτικά τα έσοδα του Ελληνικού κράτους από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα ανά κατηγορία δραστηριότητας (ποντοπόρος ναυτιλία, ακτοπλοΐα κ.α). Επίσης:
1.1 Πόσα ήταν αναλυτικά τα έσοδα της ΔΟΥ πλοίων ανά κατηγορία εσόδων (Κωδικό Αριθμό Εσόδων) για τα έτη 2006, 2007, 2008, 2009 και 2010;
1.2 Σε ποιες κατηγορίες ανά Κωδικό Αριθμό Εσόδων αφορούν τα ανείσπραχτα έσοδα ύψους 94.743.197 € για το έτος 2009 που εμφάνιζε η ΔΟΥ πλοίων και πόσα από αυτά τα έσοδα εισπράχτηκαν το 2010;
1.3 Πόσα ήταν τα ανείσπραχτα έσοδα για το έτος 2010 που εμφάνισε η ΔΥΟ πλοίων και σε ποιες κατηγορίες ανά Κωδικό Αριθμό Εσόδων ανήκουν;
2. Ποιες είναι οι απώλειες εσόδων για το Ελληνικό δημόσιο από τη θέσπιση 56 διαφορετικών κατηγοριών φοροαπαλλαγών για το εφοπλιστικό κεφάλαιο σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2011, και πόσο κοστολογείται η κάθε κατηγορία φοροαπαλλαγής, συμπεριλαμβανομένων και των απαλλαγών από τον ΦΠΑ;
3. Δεδομένης της κατάρρευσης των δημόσιων οικονομικών της χώρας και της υπερφορολόγησης των φτωχών λαϊκών στρωμάτων κυρίως μέσω της αύξησης των έμμεσων φόρων, γιατί η κυβέρνηση συνεχίζει την πολιτική των φοροαπαλλαγών υπέρ του εφοπλιστικού κεφαλαίου παρά το γεγονός ότι μέχρι σήμερα αυτή η πολιτική δεν έχει οδηγήσει ούτε στην ενίσχυση του Ελληνικού νηολογίου, ούτε στη μείωση της ανεργίας των ναυτικών, ούτε στην αποτροπή της χρεοκοπίας του ΝΑΤ ούτε στην ενίσχυση της ναυπηγικής βιομηχανίας ούτε, τέλος, σε κάποια πραγματικά και σημαντικά οφέλη για τα δημόσια οικονομικά;
Ο ερωτών βουλευτής
Θοδωρής Δρίτσας
Προς τους κ.κ. Υπουργούς
- Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας
- Οικονομικών
ΘΕΜΑ: Αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων της ακτοπλοΐας παρά την κατάργηση των κρατήσεων υπέρ τρίτων στις τιμές των εισιτηρίων
Δημοσίευμα της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας της 10ης Ιουλίου με τίτλο «Αντί για μειώσεις, αυξήσεις στα εισιτήρια» που υπογράφεται από τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Υφαντή, αναφέρει ότι σε σχέση με την περυσινή χρονιά, παρατηρούνται αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων της ακτοπλοΐας που σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνουν ακόμα και στο 58%. Στο δημοσίευμα αναφέρονται αρκετά παραδείγματα δρομολογίων στα οποία σημειώθηκαν σημαντικές αυξήσεις στις τιμές, ενώ εταιρείες εμφανίζονται να κυριαρχούν ή και να μονοπωλούν γραμμές, γεγονός που τους δίνει τη δυνατότητα να διαμορφώνουν τις τιμές των εισιτηρίων. Ταυτόχρονα, και πέραν των όσων αναφέρει το δημοσίευμα, μεγάλες αυξήσεις παρουσιάζονται στις τιμές των εισιτηρίων για δημοφιλείς προορισμούς ακόμα και σε σχέση με τις τιμές που ίσχυαν τον Ιούνιο του 2011.
Αυτή η εικόνα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για μειώσεις των τιμών των εισιτηρίων κατά 10% ή και περισσότερο και οι οποίες θα επιτυγχάνονταν μέσω της κατάργησης των κρατήσεων υπέρ τρίτων. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγκαιρα είχε επισημάνει ότι η απελευθέρωση της αγοράς των ακτοπλοϊκών υπηρεσιών και η δυνατότητα που παρέχεται στις εταιρίες να διαμορφώνουν ελεύθερα τις τιμές των εισιτηρίων, δεν δίνει τη δυνατότητα στο κράτος να δεσμεύσει τους ακτοπλόους ώστε να διατηρήσουν χαμηλά τις τιμές των εισιτηρίων, ούτε καν κατά αντιστοιχία με το ύψος των κρατήσεων που καταργήθηκαν. Ισχυριζόμασταν ότι η μείωση των κρατήσεων όχι μόνο δεν θα οδηγήσει στη μείωση των τιμών αλλά αντίθετα, τα ποσά από τις κρατήσεις που καταργούνται θα οδηγηθούν στα ταμεία των ακτοπλοϊκών εταιρειών. Κατά συνέπεια οι σημαντικοί πόροι που αφαιρέθηκαν, μέσω της κατάργησης των κρατήσεων υπέρ ΚΑΕΟ (Κεφάλαιο Ασφάλισης Επιβατών Οχημάτων), από τα ταμεία του ΝΑΤ, οι οποίοι σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ανέρχονται σε 40 εκατ. ευρώ ετησίως, καταλήγουν επί της ουσίας στους ακτοπλόους. Την ίδια στιγμή κατά την οποία μειώνονται οι συντάξεις των ναυτικών καθώς και η χρηματοδότηση του ΝΑΤ κατά 50 εκατομμύρια ευρώ για το έτος 2011 και κατά 100 εκατ. ευρώ για τα επόμενα έτη σε σχέση με το έτος 2010.
Επειδή τόσο τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο δημοσίευμα της Ελευθεροτυπίας όσο και άλλα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας φαίνονται να επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις μας
ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1. Παρακολουθούν οι αρμόδιες Υπηρεσίες την εξέλιξη στις τιμές των εισιτηρίων της ακτοπλοΐας ανά μέσο και προορισμό, μετά την νομοθέτηση της κατάργησης των κρατήσεων υπέρ τρίτων και την ισχύ της νομοθετικής ρύθμισης από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως;
2. Σε πόσα και ποια δρομολόγια μειώθηκαν οι τιμές των εισιτηρίων κατά το ύψος της μείωσης των καταργούμενων κρατήσεων υπέρ τρίτων και σε πόσα δεν υπήρξε αντίστοιχη μείωση παρά την κατάργηση των κρατήσεων;
3. Σε ποιες ενέργειες προτίθενται να προβούν ώστε οι εταιρίες να μειώσουν τις τιμές των εισιτηρίων τουλάχιστον κατά το ύψος των κρατήσεων ώστε να μην καρπώνονται τα ποσά από την κατάργηση τους εις βάρος των επιβατών;
4. Σε ποιες ενέργειες προτίθενται να προβούν προκειμένου να μειωθεί το κόστος των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, το ύψος των οποίων αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τους κατοίκους των νησιών, τις επιχειρήσεις καθώς και για τους δυνητικούς επισκέπτες της νησιωτικής επικράτειας;
Ο ερωτών βουλευτής
Θοδωρής Δρίτσας
Α΄ Πειραιά και Νησιών